Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

Ο Μπαμπά Νοέλ, η Φατιμά και η Ελπίδα

-Μπαμπά Νόελ; Κουτσίκ;

Μια Αφγανή μητέρα με σταμάτησε στο διάδρομο και μου έκανε αυτήν την παράξενη ερώτηση;
Δεν την κατάλαβα αμέσως, αλλά για καλή μου τύχη περνούσε ο Μοχάμμαντ ο διερμηνέας εκείνη τη στιγμή.

-Σε ρωτάει εάν θα φέρετε τον Άγιο Βασίλη να παίξει με τα παιδιά στη σχολική γιορτή που ετοιμάζετε.

- Μα εμείς προσπαθούμε να κρατήσουμε το θρησκευτικό στοιχείο έξω από τις δραστηρίοτητες και τις σχολικές γιορτές, είπα στον Μοχάμμαντ.

-Τους αρέσουν πολύ τα Χριστούγεννα. Παίρνουν το λεωφορείο για να κανουν μια διαδρομή  1,5 ώρας,  απλά για να βρεθούν στο κέντρο της Αθήνας, να ακούσουν τη μουσική από τα μεγαφωνα, να χαζέψουν τα λαμπάκια και τον στολισμό στους δρόμους και στις βιτρίνες. Τους αρέσουν πολύ όλα αυτά.

Κράτησα για μέρες αυτόν τον μικρό διάλογο μέσα στο μυαλό μου. Ποια στάση έπρεπε να κρατήσω; Επικριτική απέναντι στην αισθητική μιας θρησκευτικής γιορτής που έχει δελεάσει του αθώους πρόσφυγες αν και τόσο πολύ έχει απορριφθεί από τους “σκεπτόμενους και εναλλακτικούς” δυτικούς ; Να κρατήσω μια ψυχρή ουδέτερη στάση απέναντι στην επιθυμία τους να αλληλεπιδράσουν με τη δική μας θρησκεία και τα δικά μας έθιμα; Μήπως να τους μιλήσω για την επιφανειακή διάσταση μιας λαμπερής γιορτής, που δεν είναι τίποτε άλλο από μια προκάλυψη του καταναλωτισμού; Να τους πείσω να μείνουν μακριά από το βάσανο της θρησκείας; Ή μηπως να τους αναλυσω πώς τα Χριστούγεννα είναι ένα Τέρας, γέννημα του καπιταλισμού;

Μετά την ίδια μέρα, ήρθε η μικρή 10χρονη Φατιμά και μου χάρισε ενα δώρο.
-Για εσένα. Για τα Κριστούγκενα! είπε.

Ήταν ένα άδειο κουτάκι τυλιγμένο με κόκκινο βελούδο και χρυσή κλωστή. Αυτό το άδειο στολισμένο κουτί ήταν το δώρο της για εμένα και μου το έδωσε με μεγάλη χαρά και ενθουσιασμό.
Και μεσα σε αυτές τις δυο ιστορίες είδα την προσπάθεια αυτών των κατατρεγμένων ανθρώπων, να ενταχθούν σε μια νέα ζωή και σε έναν νέο πολιτισμό. Δεν είναι ο Μπαμπά Νόελ ..δεν είναι το δέντρο ή ο Ρούντολφ , που είναι σημαντικά για αυτούς τους ανθρώπους. Είναι κάτι άλλο. Είναι η χαρά που νιώθουν μετά από τόσο καιρό.

Μετά θυμήθηκα πως στις χώρες από τις οποίες έρχονται αυτοί οι άνθρωποι, η χαρά είναι απαγορευμένη. Ειδικά για τους Αφγανούς. Ειδικά για τις γυναίκες. Οι ευπρεπείς γυναίκες δεν πρέπει να χαίρονται. Δεν πρέπει να γελάνε. Ούτε καν να χαμογελάνε σε δημόσιους χώρους. Μα και για τα παιδιά τα ίδια είναι κάτι άγνωστο και απαγορευτικό. Μεσα στον πόλεμο και στην σκόνη του πολέμου, που να βρεις χρόνο για να κάνεις ένα παιδί να γελάσει;
Από τη δική τους τη ματιά, όλα αυτά είναι καινούρια. Και πρωτόγνωρα. Και σημαντικά. Ένας καινούριος τόπος όπου είναι ασφαλές να περπατάς στο δρόμο με ενα χαμόγελο . Ένας τόπος όπου είναι ασφαλές να χαίρεσαι και να γελάς με την καρδιά σου χωρίς αυτό να ερμηνευθεί ως ασεβεια προς κάποιον Θεό ή άνθρωπο. Να γελάς χωρίς να κινδυνεύει η ζωή σου.

Αν το κοιτάξεις με λιγότερο θυμό, τελικά ο κόσμος μας δεν είναι και τόσο ασχημος. Ο κόσμος μας αυτές τις μέρες μοιάζει σαν ενα παιδικό παιχνίδι δραστηριοτήτων. Με υφές, ήχους και χρώματα. Ενα καρουσέλ με στολισμένα αραβικά άλογα είναι ο κόσμος μας αυτές τις ημέρες και αυτοί οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να καλπάζουν..

Και σκέφτηκα.
Εμείς γιατί χάσαμε αυτήν την χαρά;
Κάπου χαθήκαμε.
Που χαθήκαμε. ; Στην απληστία και στην κατανάλωση των υλικών ή στην απληστία και στην κατανάλωση των συναισθημάτων;
Γιατί δεν αρκούν μια σειρά από άσπρα λεντάκια ή ένα χαρούμενο τραγούδι που μιλάει για ελπίδα και ειρηνη στον κόσμο, για να χαρούμε;

Γιατί χαθήκαμε. Στις τόσες αναλύσεις επί των αναλύσεων..των συναισθημάτων μας... των καταστάσεων...της ζωής της ίδιας. Και προτιμούμε να εγκλωβιζόμαστε μεσα στις ερμηνείες. Στις πολιτικές, κοινωνικές, ψυχοδυναμικές, ψυχαναλυτικές, συστημικές, φιλοσοφικές, θρησκευτικές ερμηνείες.
Αν είναι ο καπιταλισμός πίσω από τα λαμπάκια ίσως να μην έχει και τόση σημασία. Μέχρι να αντικατασταθεί, αν αντικατασταθεί με κάτι λιγότερο καπιταλιστικό και με κάποια άλλη δραστηριότητα που θα κάνει τους ανθρώπους να χαίρονται σαν παιδιά , ας κρατήσουμε τη σκέψη και το προνόμιο αυτό, ότι βρισκόμαστε στην τυχερή πλευρά του πλανήτη όπου μπορούμε να περπατήσουμε ελεύθερα χωρίς να κινδυνεύει η ζωή μας, πάνω σε ενα δρόμο φωτισμένο που λαμποκοπάει με μουσικές και χαρούμενες φωνές.

Ας το κάνουμε όπως εκείνοι.
Ας πάρουμε ενα λεωφορείο που θα μας φέρει στον κέντρο της Αθήνας
Και ας σταθούμε μπροστά σε μια άχαρη κατασκευή που μοιάζει με δέντρο και ας χαμογελάσουμε.
Και ας πούμε ευχαριστώ που μπορούμε να γελάμε, να περπατάμε και να αναπνέουμε ελεύθεροι μέσα σε αυτούς τους βρόμικους δρόμους.

Και νομίζω πως εάν το κάνουμε αυτό, πως ίσως και να αλλάξουμε.
Και γίνουμε έτοιμοι.
Και πιο δυνατοί.
Και νομίζω πως με αυτόν τον τρόπο θα αρχίσομε να έχουμε ελπίδα .
Πως ίσως νικήσουμε κι εμείς.

Τους δικούς μας πολέμους.


Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

Ο Χουσεΐν και ο σκύλος


Ο φύλακας της βάρδιας μόλις κατάφερε μεσα στο Κυριακάτικο σούρουπο να διακρίνει το φορτηγάκι των τσιγγάνων. Άνοιξαν την πόρτα και τον άφησαν προσεκτικά στη νησίδα του δρόμου. 'Ότι δεν πουλιέται στο παζάρι των ρακοσυλλεκτών του Σχιστού, πετιέται στα άχρηστα, μέχρι να έρθουν οι μάνικες του Δήμου για να τα καθαρίσουν. Συνήθως τα σκυλιά αυτά, όπως τα έκθετα παιδιά, αφήνονται σε κούτες πάνω στο πεζοδρόμιο. Ανάμεσα σε σάπια ζαρζαβατικά, σε καμμένα ζαντολάστιχα και πεταμένα στουπιά, βλέπεις μικρά πλάσματα να ξεπροβάλουν και τα μάτια τους διστακτικά και φοβισμένα να σε παρακαλούν.
Κάποια από αυτά τα δύσμοιρα ζώα παραδίδονται σε φιλοζωικές οργανώσεις. Κάποια υιοθετούνται. Κάποια καταφέρνουν να μεγαλώσουν και να ενταχθούν στην αγέλη που προϋπήρχε στο στρατόπεδο. Άλλα εξαφανίζονται ξαφνικά, έτσι όπως ξαφνικά εμφανίστηκαν .

Ο Gipsy ο σκύλος πέρασε από διάφορα χέρια μέσα στη δομή: από τους αστυνομικούς και τους φύλακες της πύλης, πέρασε στις καθαρίστριες και στους ασυνόδευτους έφηβους πρόσφυγες, για να καταλήξει στα χέρια των δασκάλων του καταυλισμού όπου τον πήραν υπό την προστασία τους. Μια γωνιά στο κοντέινερ των δασκάλων και ένα παλιό κουβερτάκι είχε γίνει το σπίτι του.
Το μικρό χαμίνι σύντομα έγινε κάτι σαν μασκότ. Ένα μικρό αλάνι, ένα ακόμα μέλος στις παρέες των παιδιών των προσφύγων. Όποτε άκουγες αλαλαγμούς και ποδοβολητά ήξερες πως θα έβλεπες την εξής εικόνα: ο Gipsy να τρέχει μπροστά και ένα τσούρμο παιδιών να τον κυνηγούν. Άλλοτε άλλαζε η εικόνα και ο σκύλος μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά κυνηγούσαν κάποιο φίλο τους.

Ο καιρός περνούσε και ο σκύλος μεγάλωνε ανέμελος και χαρούμενος. Μεγάλωνε με την κάπως κοντή ουρά του να ανεμίζει κάθε φορά που μια ανθρώπινη φωνή του μιλούσε. Μπερδευόταν ανάμεσα στα πόδια των προσφύγων, των αστυνομικών και των δασκάλων. Ήταν πάντα χαρούμενος μέσα στην άγνοια ότι δεν είναι επιθυμητός.Ευτυχώς δεν ήξερε πως κανένας δεν τον ήθελε στο σπίτι του. Ήταν άλλο ενα σκυλί. Χωρίς ιδιαίτερη ομορφιά. Ενα συνηθισμένο σκυλί..

Ώσπου ήρθε ο Χουσεΐν. Το αγόρι αυτό ήταν πρόσφυγας πολέμου. Οι γονείς του διώκονταν λόγω πεποιθήσεων. Είχαν μιλήσει περισσότερο από ότι έπρεπε για τα δικαιώματα που αξίζουν στα παιδιά τους. Ένα βροχερό βράδυ πήραν μια αλλαξιά ρούχα ο καθένας και μια φωτογραφία από το σπίτι τους και η μητέρα, φόρτωσε τον Χουσεΐν μαζί με τα άλλα 3 αδέρφια του σε μια φούσκωτη βάρκα στην Τουρκία. Και έφυγαν για να σωθούν και για να βρουν ενα νέο σπίτι μέσα στο οποίο θα είναι ασφαλείς. Μέσα από πολλές μετακινήσεις και δύσκολες καταστάσεις, η μητέρα είχε καταφέρει να εξασφαλίσει ενα κοντέινερ μεσα στο στρατόπεδο για εκείνη και τα παιδιά της.

Ο Χουσεΐν ήρθε ενα πρωί δειλά και προσεκτικά μεσα στο γραφείο μαζί με ενα μικρό πλαστικό σκυλάκι που το έκανε δώρο στον Gipsy. Ήταν από εκείνα τα παιχνίδια που συνήθως τα κολλάνε οι φορτηγατζήδες στο παρμπρίζ των φορτηγών και αυτά κουνάνε ρυθμικά το κεφάλι τους. Ο σκύλος δέχθηκε με χαρά το δώρο του αγοριού και από εκείνη τη στιγμή έγιναν αχώριστοι.
Αυτά τα 2 πλάσματα αγαπήθηκαν από την πρώτη ματιά και ήταν σα να συνέβη κάτι μυστικό ανάμεσά τους, κάτι που δεν είχε συμβεί με κανένα από τα υπόλοιπα παιδιά του στρατοπέδου.

Ο Gipsy πλέον αισθανόταν ασφάλεια όταν έβγαινε έξω, αφού το άγρυπνο μάτι του Χουσείν ήταν εκεί για να το προστατεύσει από το άγαρμπο παιχνίδι των παιδιών και από τα θυμωμένα σκυλιά της αγέλης. Τρύπωναν στο γραφείο όπου ήταν οι δασκάλες και έπαιζε μαζί του κρυφτό . Κάθε φορά που ο σκύλος ξετρύπωνε το παιδί πίσω από τις κούτες και τα έπιπλα, έβλεπες στα μάτια και των δυο ένα τεράστιο χαμόγελο. Το γέλιο αυτό ήταν βουβό. Ο σκύλος δεν έβγαζε φωνή και γέλιο γιατί έτσι είναι το γέλιο των σκυλιών. Το ίδιο όμως σιωπηλό ήταν και το γέλιο του Χουσεΐν. Το γέλιο του δεν ακουγόταν γιατί είχε μάθει να είναι σιωπηλός. Όπως σιωπηλοί είναι όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε διωγμό.

Και οι μέρες περνούσαν .
Και το βουβό γέλιο συνεχιζόταν.
Και οι 2 σύντροφοι μεγάλωναν μαζί.
Ο Gipsy φόρεσε έναν κόκκινο ιμάντα στο λαιμό του και ο Χουσεΐν τον κράταγε από εκεί σαν να κράταγε τον μικρό του αδερφό από το χέρι.
Και οι μέρες περνούσαν.
Και οι περίπατοί τους κάτω από τα πεύκα του καταυλισμού γίνονται κάθε μέρα όλο και πιο μεγάλοι.
Και ο Χουσεΐν έκλεβε από τις μετρημένες λιχουδιές που έφτιαχνε με αλεύρι η μητέρα και τις μοιραζόταν με τον φίλο του
Και έβλεπες σε αυτήν την βουβή συντροφιά όλους του τόμους της λογοτεχνίας που έχουν γραφτεί για την πονεμένη ιστορία των πλασμάτων της γης που δεν είχαν δικό τους τόπο για να ξεκουραστούν .
Μέσα από τον ήρεμο περίπατο αυτών των δυο ηρώων, διάβαζες τις ιστορίες που έγραψε ο Μαλαπάρτε , ο Λόντον και αλλοι, για τα ακατέργαστα και άγρια πλάσματα που αγαπήθηκαν και παρηγόρησαν το ενα το άλλο σε καιρούς πολέμου και σε καιρούς πένθους.

Και έτσι περνούσε ο καιρός.
Σε καιρούς πολέμου και πένθους.
Ο Χουσεΐν είχε τον Gipsy και ο Gipsy τον Χουσεΐν, μέχρι και οι δύο να βρουν έναν τόπο που θα τους αγαπά.


.........



( Ο Gipsy είναι 3 μηνών, ήρεμος χαρακτήρας φιλικός με τα παιδιά και τα άλλα ζώα. Θα γίνει περίπου 30 κιλά. Ακόμα ψάχνει σπίτι. Όποιος ενδιαφέρεται να τον υιοθετήσει για πάντα, ας επικοινωνήσει στο ele.karagianni@yahoo.gr


Ο Χουσείν περιμένει να του επιτραπεί να μετακινηθεί στη Γερμανία μαζί με την μητέρα και τα αδέρφια του ώστε να επανασυνδεθούν με τον πατέρα τους που ήδη έχει ετοιμάσει ένα μικρό σπίτι για αυτούς).







Παρασκευή 11 Αυγούστου 2017

Ο άγριος Γου

H ζωή σου κάνει δώρα. Σε φέρνει σε ιδιαίτερους τόπους, σε ιδιαίτερες στιγμές. Εκεί συναντάς κάποιους ιδιαίτερους ανθρώπους. Ακόμα και όταν φεύγουν , συνεχίζουν να είναι εκεί. Ακόμα και αν τους συναντάς κάθε 2- ή 3 ή 5 χρόνια, μαζί τους έχει συμβεί εκείνη η μαγική χημική ένωση που κάνει τους ανθρώπους να καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον. Όσα χρόνια και αν περάσουν.

Ο άγριος Γου είναι ένας τέτοιος άνθρωπος. Υπήρξαμε κάποτε εραστές αλλά αυτό έχει τελειώσει. Τον συναντώ κάθε καλοκαίρι για λίγο εκεί στον Νότο, ανάμεσα στην αδίστακτη αλμύρα, στις οσμές από τις χαρουπιές και στο κακοτράχαλο τοπίο.

Ο άγριος Γου είναι ένας από αυτούς τους ανθρώπους που ταιριάζουν με την αγριάδα του τόπου του. Ένας πάνσοφος άντρας που μελετά τα ζώα, τον ουρανό και τη φύση όπως οι παλιοί. Καταλαβαίνει τους ανθρώπους από την οσμή που αναδύουν και από τη φλόγα στα μάτια τους.
Ήταν εκεί, στα καλοκαίρια της θλίψης μου κι εγώ πάνω στον ώμο του πένθησα τον θάνατο του Έρωτα. Ο άγριος Γου είναι από τους λίγους που έχει δει το μικρό παιδί που κάποιες φορές μιλάει μέσα από εμένα. Σαν Πατέρας το έχει πάρει αγκαλιά. Το έχει νανουρίσει.

Φέτος βρεθήκαμε εκεί σε μια ερημική παραλία να πίνουμε κάτι. Ήταν πανσέληνος και η Σελήνη φώτιζε τη νύχτα σα να ήταν ήλιος...
Αποκαμωμένοι ξαπλώσαμε ο ένας δίπλα στον άλλο. Και αφήσαμε το φως και τις δροσοσταλίδες τους νερού να μας σκεπάσουν. Μόνο τα χέρια κρατήσαμε.

Φέτος ήμασταν και οι δυο κουρασμένοι. Λίγο περισσότερο από πέρυσι.
Και φέτος κατάλαβα πως ο άγριος Γου είναι ένας από τους σημαντικούς άλλους που συνάντησα στη ζωή μου. Που πάντα μπορούσε να καταλάβει από την οσμή τους τους εραστές που μπορούσαν να με πληγώσουν. Που πάντα καταλάβαινε από τα μάτια μου τι είχε συμβεί στη ζωή μου τα χρόνια που δεν τον είχα συναντήσει.
Φέτος ήταν αποκαμωμένος από τον θάνατο ενός αγαπητού του προσώπου..
Σαν παιδί άφησε τον πόνο του μπροστά μου...εκεί μέσα στην νύχτα..κάτω από τη σελήνη που φώτιζε σαν ήλιος, σαν παιδί ξάπλωσε δίπλα μου και άφησε έναν βαθύ αναστεναγμό ανάμεσα από τα δόντια.
Και εκεί αισθάνθηκα πως τον αγαπώ αυτόν τον Άγνωστο άνθρωπο με όλη την καρδιά μου.
Κι έσφιξα λίγο περισσότερο το χέρι του στην παλάμη μου...



                                                                  @ Daido Moriyama

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Αριστεία, Αριστοκρατία και ο Βιγκότσκι.



Ήταν αρχές του 2000 όταν τοποθετήθηκα σε ενα Γυμνάσιο στα κάτω Πατήσια για να διδάξω εικαστική αγωγή. 'Ο Χαλίλ ήταν κάπου 6-7 χρόνια στην Ελλάδα. Οι γονείς του είχαν έρθει με εκείνο το μεγάλο κύμα μεταναστών από την Αλβανία. Πίσω στη χώρα τους ο μπαμπάς αν θυμάμαι καλά ήταν γιατρός και η μαμά διευθυντήρια σε δημοτικό σχολείο. Εδώ στην Ελλάδα έκαναν δουλείες άσχετες βέβαια με τις ιδιότητές τους. Μεροκάματα ο μπαμπάς με βαψίματα και τεχνικές εργασίες, καθαρίστρια σε σπίτια η μαμά. Ο Χαλίλ είχε βοήθεια στο σπίτι και από τους δυο γονείς. Κατάκοποι από το μεροκάματο στις σκάλες και στις σκαλωσιές, έμεναν δίπλα του τα βράδια μέχρι αργά για να τον βοηθήσουν στα μαθήματα. Έτσι αν και η μητρική του γλώσσα δεν ήταν τα ελληνικά, στο Γυμνάσιο είχε καταφέρει να διεκδικήσει την σημαία.
Δεν την πήρε φυσικά γιατί ήταν Αλβανός. Και έτσι η Αριστεία του δεν μετρούσε. Εκείνα τα χρόνια ούτε κουβέντα ένας “Ξένος” να κρατήσει σημαία.
Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ τον Χαλίλ γιατί ήταν από τα παιδιά που μου μίλαγαν. Όλα μου τα έλεγε. “Δεν πειράζει !” έλεγε, ακόμα και όταν τον πείραζαν τα ελληνάκια,. “Δεν πειράζει!” είπε και για τη σημαία. Τα μάτια του όμως έδειχναν άλλο. Ματαίωση και θυμό.

Έτσι λοιπόν μεσα σε όλον αυτόν το ντόρο περί Αριστείας τον θυμήθηκα.
Είναι η Αριστεία άραγε Αριστοκρατία; Γιατί το είδα συχνά να γράφεται κάπως έτσι.
Η γνώμη μου είναι πως όχι, γιατί στους άριστους έχουν υπάρξει παιδιά μεταναστών και προσφύγων. Παιδιά Ρομά. Παιδιά εργατών και παιδιά με αναπηρίες, παιδιά από κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Εμείς που δουλεύουμε στα εργατικά προάστια όπως στα Λιόσια, στο Μενίδι, στο Περιστέρι, στο Αιγάλεω, στα Πατησιά, κ.α., τον έπαινο της σημαίας δεν τον δίνουμε στα παιδιά που μένουν στην Εκάλη. Στα παιδιά του εργάτη και του μετανάστη τον δίνουμε.
Έτσι λοιπόν, ξαφνικά εάν δεις την κάθε περίπτωση παιδιού ξεχωριστά, ο έπαινος της σημαίας σταματάει να είναι κριτήριο Αριστοκρατίας.

Όχι δεν είμαι υπέρ της σημαίας.
Για πολλούς λόγους που δεν υπάρχει χώρος να αναλυθούν εδώ.
Όμως δεν μου φαίνεται αρνητικό να παίρνει την αμοιβή του αυτός που εργάζεται.
Και αυτή είναι μια βασική αρχή της μαρξιστικής θεωρίας. Ο εργάτης πρέπει να αμείβεται με την υπεράξια του κόπου του. Σε αντίθεση με τον καπιταλισμό που απαξιώνει τον κόπο και δίνει την αμοιβή του κόπου σου σε κάποιον άλλον που δεν έχει κοπιάσει.
Είδες που όλα είναι θέμα ερμηνείας τελικά και δεν μπορούν να απαντηθούν με ένα ναι ή οχι;.

Και ο Μαρξισμός και εάν επωφελήθηκε από τους Άριστους.
Τους Άριστους και τους ικανούς τους είχε στην έρευνα. Στα εργαστήρια. Στα πειράματα. Στην Τέχνη. Επένδυε στην συνεχή εξέλιξη των Αρίστων. Όχι για την ψυχή της μανούλας του. Αλλά για να τον υπηρετούν και να τον ενδυναμώνουν. Τους υπόλοιπους τους είχε στη γραμμή παραγωγής και στο χωράφι, ένας ρόλος ο οποίος είναι και αυτός εξίσου σημαντικός.

Ο μεγάλος Βιγκότσκι παιδί του Σοβιετικού μαρξισμού, ο πατέρας της σύγχρονης παιδαγωγικής ήταν μια τέτοια περίπτωση ενός Άριστου μυαλού που υπηρέτησε την επιστήμη της παιδαγωγικής/ψυχολογίας και πήρε διακρίσεις και τιμές από το τότε Σοβιετικό κομουνιστικό κράτος. Γιατί διακρίθηκε ο Βιγκότσκι και κάποιοι λίγοι σαν και αυτόν, σε σχέση με τους υπόλοιπους χιλιάδες συμπατριώτες του, το απάντησε ο ίδιος ο Βιγκότσκι.

Έχει να κάνει με το περιβάλλον που μεγαλώνει ενα παιδί και με το εσωτερικό φορτίο που κουβαλάει (ικανότητες και ιδιοσυγκρασία). Ζώνη Επικείμενης Ανάπτυξης το ονόμασε (ΖΕΑ) που σημαίνει με λίγα λόγια πως όση βοήθεια και αν έχεις, υπάρχει ένα όριο δεξιοτήτων που μπορεί κάθε άνθρωπος να ολοκληρώσει και δεν είναι ίδιο σε όλους. Δεν θα γίνουν όλοι γιατροί. Ούτε καλλιτέχνες. Ούτε έχουν όλοι το ταλέντο σε τεχνικές δεξιοτεχνίες. Η εκπαίδευση (όπως την λαμβάνεις μεσα από τις επίσημες εκπαιδευτικές δομές αλλά και άλλους θεσμούς και πρόσωπα) θα σε βοηθήσει να φτάσεις στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων σου.

Σύμφωνα με αυτή τη θέση μπορούμε να καταλάβουμε λοιπόν πως δεν αρκεί να δώσεις μια σημαία σε κάποιον για να κρατήσει, έτσι ώστε να εξελιχθεί.
Ο Χαλίλ ήταν από τα λίγα τυχερά παιδιά, από τα χιλιάδες που ήρθαν εκείνα τα χρόνια. Είχε ένα περιβάλλον που μπορούσε να τον βοηθήσει να φτάσει στην πληρότητα των ικανοτήτων του. Η σημαία δεν ήταν το ερέθισμα που τον έκανε καλό μαθητή. Ήταν από μόνος του.

Είναι ανόητο και υποκρισία και δείχνει πόσο λίγο ξέρουν την εκπαιδευτική διαδικασία όσοι ισχυρίζονται πως συμβολικές πράξεις μπορούν να αλλάξουν τη μοίρα κάποιου ή την ποιότητα της εκπαίδευσης που έχει. Αυτό μοιάζει με μαγικό ραβδί. Δεν υπάρχουν τέτοια όμως. Τα προβλήματα της εκπαίδευσης είναι γνωστά. Δεν είναι στην έλλειψη των συμβολικών πράξεων.
Η εκπαίδευση για να είναι αποτελεσματική εξαρτάται από πολύ πρακτικά θέματα. Δώσε στο παιδί καλό φαγητό, καλό ύπνο, ασφαλές περιβάλλον, και θα εξελιχθεί. Η εκπαίδευση δεν επηρεάζεται δυστυχώς καθόλου από συμβολικές πράξεις, καλές προθέσεις και “αγαπησιάρικες” θεωρίες.

Αυτό που πρέπει να κάνει το κράτος είναι να εξασφαλίσει στα παιδιά ευκαιρίες ώστε να φτάσουν στην πληρότητα των ικανοτήτων τους.


Εάν δεν το κάνει τότε υπάρχει πρόβλημα.

Και το πρόβλημα θα συνεχιστεί εάν όλοι εμείς δεν μιλήσουμε για το πρόβλημα, δεν δείξουμε τις πραγματικές ανάγκες αλλά αναλώσουμε τον δημόσιο διάλογο σε όλα τα αλλά.  

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

O Εχσάν, ο Καζαντζάκης και ο Έρωτας.



Έχω έναν φίλο πρόσφυγα. Είναι νεαρός γύρω στα 30. Είναι καλλιτέχνης. Ζωγραφίζει, γράφει. Του αρέσει να τραγουδάει κιόλας.
Είναι στην Ελλάδα κάτι λιγότερο από έναν χρόνο και ήρθε με τους γνωστούς τρόπους και για τους γνωστούς λόγους. Στη χώρα του η Ελευθερία είναι υπό διωγμό.
Μιλάμε συχνά στο chat στα αγγλικά. Όπως και εχθές . Αναφώνησε μόλις έμαθε ότι είμαι από την Κρήτη: “Ω!!! Το σπίτι του Καζαντζάκη! Έχει διαβάσει την Ασκητική. Ένας άλλος συμπατριώτης του είχε μεταφράσει στα Φαρσί το βιβλίο από τα αγγλικά. Θα μεταφράσει και αλλά είπε, κυρίως ποίηση, για να τους βοηθήσει να καταλάβουν την χώρα που τους φιλοξενεί.
Του αρέσει ο Καζαντζάκης γιατί μιλάει για την Ελευθερία και για τον Θάνατο. Τον θεωρεί πολύ Μεγάλο συγγραφέα.
Χάρηκα πολύ και του το είπα: “Στην πατρίδα μου την Κρήτη, ξέρεις Εχσάν, υπάρχουν πολλοί άντρες και γυναίκες στην ηλικία σου που δεν έχουν διαβάσει Καζαντζάκη”.

Ο Εχσάν τις τελευταίες φορές που μιλήσαμε άρχισε να μου ανοίγεται. Με την ευθύτητα και την ειλικρίνεια που εμείς οι καλλιτέχνες επικοινωνούμε μεταξύ μας, σε μια κοινή γλώσσα και σε μια κοινή αποδοχή. Τίποτε από ότι ειπωθεί μεταξύ μας ξέρουμε πως δεν θα φανεί πολύ παράξενο. Έτσι είναι οι παράξενοι καλλιτέχνες. Σπάνια ξαφνιάζονται.
Του έκανα διάφορες ερωτήσεις..για την θέση της Τέχνης στην χώρα του, για τις σχέσεις , για τον έρωτα..για να καταλάβω τις δυσκολίες στην εκεί ζωή του.

-“Ίσως σου φανώ παράξενος. Αλλά εσείς δεν μπορείτε να καταλάβετε πόσο πολύ καταπιεζόμασταν.
Μας απαγορεύανε να μιλάμε, πολύ περισσότερο να βρεθούμε με μια γυναίκα που δεν ήταν η σύζυγος μας στον ίδιο χώρο. Ίσως σου φανώ παράξενος εάν σου πω πως είχα μια κούκλα , μια Μπάρμπι για να της μιλάω. Την έβαζα στο τραπέζι για να τρώμε μαζί... ή σε ενα μαξιλάρι δίπλα μου για να δούμε τηλεόραση. Δεν μπορείτε να καταλάβετε πόση ήταν η καταπίεσή μας. Πόση ήταν η μοναξιά μας”.

-” Ερωτεύτηκες ποτέ Εχσάν; Μου επιτρέπεις να σε ρωτήσω εάν βρέθηκες ποτέ ερωτικά με μια γυναίκα;

-”Όχι!” ήταν η απάντησή του. “Θα μου δημιουργούσε πολλά προβλήματα εάν το έκανα. Το ίδιο και στην κοπέλα!”

-”Υπάρχουν εκεί γυναίκες όπου μπορείτε να πληρώσετε όμως”.

-”Ω! Ποτέ δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Να πληρώσω για να με αγαπήσουν για λίγο; Όχι ποτέ. Όχι εγώ. Δεν μπορώ. Στην πατρίδα μου οι ερωτικές σχέσεις με τις κοπέλες γίνονται μέσω του chat, με μηνύματα και από το τηλέφωνο. Απαγορεύεται να αγγίζουμε. Αλλά αυτό μάλλον δεν μπορείτε να το καταλάβετε εσείς.”

Καληνύχτισα μετά από λίγο τον Εχσάν και έπεσα να κοιμηθώ.

Η συζήτηση μας συνέχισε να μου “κλωτσάει” το μυαλό.
Δυσκολευόμουν να κοιμηθώ.
Μια βαθύτατη θλίψη με κάλυψε.
Σηκώθηκα για να γράψω αυτές τις γραμμές.

Απαγορεύεται να αγγίζουμε..
Δεν θα καταλάβετε εσείς....

Η μεγαλύτερη επινόηση του “συστήματος” για να μας εχουν δέσμιους, είναι  να μας κρατάνε μακριά από την επαφή...από το σώμα. Δεν είναι η ανταλλαγή των υγρών... Δεν είναι η ανταλλαγή των ψιθύρων που μόνο οι εραστές μπορούν να ακούν...Και δεν μιλάω για την ασυδοσία.. Είμαι κατά της ασυδοσίας γιατί ακόμα και αυτη μπορει να γίνει δεσμά. Δεν είναι το σώμα από μονο του που θα σε ελευθερώσει. Μιλάω για την συντροφικότητα. Την μεγαλύτερη εγγύτητα..Την μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ..την βαθύτερη επικοινωνία που μπορείς να έχεις με έναν άλλον άνθρωπο.
Οι θρησκείες και η ασυδοσία κατέστρεψαν αυτήν ακριβώς την εγγύτητα.
Κατέστρεψαν την ελευθερία μας να ερχομαστε ο ένας κοντά στον άλλον.

Και η αλήθεια είναι ότι καταλαβαίνω πολύ περισσότερα Εχσάν. Οι δικές μας θρησκείες, οι παλαιές και οι σύγχρονες έχουν καταφέρει ότι έκανε το ακραίο Ισλάμ σε εσένα και στους άλλους άντρες και γυναίκες της πατρίδας σου.
Εσάς κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητά σας εάν παραβιάσετε τα όρια και τις φυλακές που σας έχουν βάλει. Είναι αληθινά τα όρια αυτά. Κινδυνεύει η ζωή σας αν τα παραβιάσετε.

Εμείς εδώ όμως Εχσάν, οικειοθελώς χωρίς κανέναν κίνδυνο να απειλεί τη ζωή μας, έχουμε θυσιάσει την εγγύτητα.
Και την έχουμε ανταλλάξει με βραδινά ερωτικά chat και καυλωτικούς ψιθυρους στο τηλέφωνο με ανθρώπους που δεν θα αγγίξουμε ποτέ. Που δεν θα φάμε ποτέ μαζί τους στο ίδιο τραπέζι. Που δεν θα δούμε ποτέ μια ταινία μαζί, αγγίζοντας ο ένας το σώμα του Άλλου.

Γι αυτο και δεν είμαστε Ελεύθεροι.

Καληνύχτα Εχσάν.

Ο κόσμος αυτός δεν θα αλλάξει ποτέ.





Πέμπτη 3 Αυγούστου 2017

Oι παρελάσεις και ο κοινός άνθρωπος.


Πάντα προσπαθώ να κρατάω μια θέση στα πράγματα, που θα δείχνει τις ενδιάμεσες αποχρώσεις , ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο. Στο καλό και στο κακό, στο Ναι ή το όχι.
Γιατί ανάμεσα σε αυτές τις αποχρώσεις (γκρίζες; ) υπάρχει η πραγματική ζωή. Δεν είναι αποδεκτό, το γνωρίζω και γι αυτό συχνά δέχομαι “επιθέσεις” από όλα τα μέτωπα. Τα αριστερά και τα δεξιά. Σε υποχρεώνουν οι φωνές αυτές να ταχθείς είτε μαζί τους είτε εναντίον τους. Το ότι μπορεί να υπάρχουν και τρίτες επιλογές και τέταρτες , δεν είναι κάτι το οποίο είναι αποδεκτό, ούτε κατανοητό.
Ανάμεσα στις ιδέες όμως υπάρχουν οι άνθρωποι τους οποίους ξεχνάμε να ρωτήσουμε. Υπάρχουν οι κοινοί άνθρωποι και οι ανάγκες του. Στο δογματικό Ναι και στο δογματικό Όχι, περιέχονται ιδεολογίες, ιδεοληψίες και μανιφέστα, θεωρίες και στάσεις που εκφράζουν στεγανές ομάδες με συγκεκριμένους στόχους . Δε σημαινει όμως πως εκπροσωπούν και τον κοινό άνθρωπο. Τον εργαζόμενο, τον οικογενειάρχη και το άνθρωπο της διπλανής πόρτας.
Πόσο απαξιωμένος έχει γίνει αυτός ο κοινός άνθρωπος; Εκεί ανήκω εγώ όμως. Εκεί θέλω να είμαι. Ένας κοινός άνθρωπος. Όχι επαναστάτης, όχι μέλος παράταξης ή σωματείου , κόμματος ή κολεκτίβας. Όχι φιλόσοφος . Όχι διανοούμενος. Είμαι το παιδί που γεννήθηκα στα Λιόσα από γονείς εργάτες. Είμαι ένας συνηθισμένος λαϊκός άνθρωπος.

Και αυτός ο κοινός άνθρωπος, ο λαϊκός, ο συνηθισμένος άνθρωπος δεν ερωτάται σχεδόν ποτέ.
Όλοι οι παραπάνω έχουν αποφασίσει ότι είναι διάφορα πράγματα αυτός ο άνθρωπος. Από νοικοκυραίος μέχρι και φασίστας. Ξεχνούν πως αυτός ο νοικοκυραίος συντηρεί το κράτος με την υπερφορολόγηση του. Αυτός ο νοικυραίος υπερκάλυψε με την αλληλεγγύη του τις ανάγκες των 400.000 προσφύγων που έμειναν στην χώρα εκείνο το καλοκαίρι του 2015. Στο ίδιο θέμα , τι και αν 115 σχολεία υποδέχθηκαν ομαλά και θετικά τα προσφυγάκια; Στα 5 που δημιουργήθηκε πρόβλημα με τους ακροδεξιούς γονείς , ήταν η αφορμή για να φορεθεί το στίγμα του φασίστα γονέα σε όλα τα σχολεία της χώρας.
'Έχει στραβά αυτός ο κοινός άνθρωπος. Και χρειάζεται βοήθεια μερικές φορές για να καταλάβει. Κι ίσως να είναι πιο δεκτικός στο να καταλάβει  από πολλά μέλη πολιτικών παρατάξεων.

Και αυτό ήταν μια μικρή εισαγωγή για το θέμα των παρελάσεων.

Θέλει ο κοινός άνθρωπος τις παρελάσεις; Ερωτήθηκε; Και αν όντως τις θέλει, αυτό σημαίνει πως είναι νοσταλγός του Μεταξά;

Βρέθηκα σε μαθητική παρέλαση στο Ίλιον , στην περιοχή όπου μένω, ύστερα από δεκαετίες.
Και προσπάθησα να διακρίνω κάποιο εθνικιστικό στοιχείο. Αντίθετα είδα το λαογραφικό στοιχείο πολύ έντονο με διάφορα σωματεία να φορούν παράξενες ελληνικές τοπικές στολές που αγνοούσα.
Είδα σχολεία να τραγουδάνε χιπ χοπ στιχάκια και να κάνουν χορευτικές κινήσεις νταμπ με τα χέρια τους.
Είδα μαμάδες και παππούδες με τα καλά τους να χαίρονται... Είδα μια ατμόσφαιρα γιορτής. Δεν είδα στρατιώτες, ούτε αντιλήφθηκα F16 να πετάνε από πάνω μας. Ίσως σε άλλες περιοχές να υπάρχει αυτό το μιλιταριστικό στοιχείο. Αλλά στην παρέλαση της περιοχής μου δεν το είδα. Και με αφορμή μια παρόμοια ανάρτηση που έκανα στο παρελθόν, φίλοι που μένουν στην Περιφέρεια μετέφεραν μια σειρά από εξαιρετικά έθιμα και δράσεις που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των μαθητικών παρελάσεων, καλλιτεχνικού και λαογραφικού περιεχομένου. Όχι φασιστικού.

Και έκανα την εξής σκέψη: Τι ωραία θα ήταν να παίρναμε αυτήν την σίγουρα προβληματική ιδέα και να την μετασχηματίζαμε δημιουργικά;
Μαζί με τα λαογραφικά σωματεία να προσκαλούσαμε και τις κοινότητες μεταναστών που μένουν μόνιμα στην χώρα αυτή; Να φτιάχναμε μια παρέλαση με μπαλόνια; Με παγωτά (όπως μαθαίνω πως συμβαίνει σε άλλες χώρες). Μια παρέλαση με χορό και χρώματα; Να γιορτάζαμε τη Χώρα μας.
Για το πόσο αγαπάμε τη Χώρα μας. Υπάρχει κάτι εθνικιστικό να αγαπάς τη Χώρα σου;
Όχι.
Ουτοπικό; Τρελό;
Ναι.
Αλλά και Όχι.

Η παρέλαση σήμερα δεν είναι εθνικιστική εκδήλωση. Όσο και αν υπάρχει η τάση από τις σχετικές φωνές να αποδοθεί τέτοια διάσταση με θετικό ή αρνητικό πρόσημο.
Οι παρελάσεις, αυτό δηλαδή που σημαίνουν για τον κοινό άνθρωποι, είναι μια αφορμή να αισθανθούν την χαμένη κοινότητα. Είναι ενα τελευταίο απομεινάρι από την Ανάμνηση του Χωριού. Που φορούσαν τα καλά τους για να βγουν στον δρόμο και α επικοινωνήσουν με τους Άλλους. Τους αδερφους και τις αδερφές. Κάτω από το κοινή ιδέα της Χώρας.
Αν είναι να την καταργήσουμε θα πρέπει πρώτα να αντικαταστήσουμε αυτήν την αίσθηση την κοινότητας με κάτι άλλο.
Το έχουμε αυτό το κάτι άλλο που θα μαζεύει τους ανθρώπου μαζί, στον κοινό τόπο; Στην κοινή ιδέα;
Έχουμε να αντιπροτείνουμε έναν Άλλον κοινό τρόπο και τόπο;
Όχι δεν έχουμε.
Απλά οι θεσμοί αλλάζουν όταν κάποιοι μπουν στον κόπο να τους αλλάξουν.

Αλλά δεν θέλουμε.
Ούτε εμείς ούτε εκείνοι εκεί ψηλά.

Απλά ανακυκλώνουν/με τις συζητήσεις και τους τσακωμούς των γονέων μας στα καφενεία της δεκαετίας του 80.

Στην πραγματικότητα λίγο ενδιαφέρει αν αλλάξει κάτι.

Κουβέντα να γίνεται απλά.



Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

Αίμα, Σπέρμα και μπαλίτσα να παίζεται.

Είναι Αντίσταση κατά του κατεστημένου να μπινελικώνεις τον Ρουβά, τον Ντάνο, το Survivor ή τον Σαββόπουλο και γενικά όποιον πιστεύεις ότι εκπροσωπεί το σύστημα αυτό; 
Είναι Αντιστασιακός αγώνας να χαίρεσαι με τον θάνατο του Κυριακού; 
Είναι επανάσταση να μπουγελώνεις τον Φίλη; 
 Είναι φασίστες όσοι σου λένε ότι δεν οδηγεί πουθενά η έκφραση βίας σε μεμονωμένα πρόσωπα και πως στα παπάρια του το σύστημα ενα το βρίζεις πατόκορφα από το πρωί μέχρι το βράδυ; 
Είναι μνημονιακοί εκείνοι που σου επισημαίνουν πως την ώρα που γαμοσταυρίζες τη συναυλία του Σκαϊ, στη Βουλή συζητούσαν για την επιπλέον φορολόγησή σου και δεν πήρες χαμπάρι; 
Μπορεί η πολιτική πρότασή σου” να είναι ξύλο και κρεμάλες στους δρόμους;
 Μπορεί να βελτιώσει η βια τη ζωή τη δική σου και των παιδιών σου;
 Μπορεί ενα καμένο τρόλεϊ ή ένας καμένος κάδος σκουπιδιών (ή και 100 καμένοι κάδοι σκουπιδιών) να καταργήσουν την άδικη φορολόγησή σου; 
Φοβάται το σύστημα άραγε το σύνθημα που γράφεις στον φρεσκοβαμμένο τοίχο με σπρέι; Άραγε το σύστημα ανησυχεί με τα επαναστατικά στάτους που γράφεις στο face book;

 Έχεις καταλάβει αλήθεια πόσες φορές την “πάτησες” τα τελευταία χρόνια υπερασπίζοντας με ακραίο πάθος πρόσωπα, κόμματα, φυλλάδες, περσόνες που σου έταξαν “Επανάσταση”; Έχεις μετρήσει πόσες φορές σε έψησαν να “ρίξετε το σύστημα” αλλά τελικά φορτώθηκες άλλο ενα μνημόνιο αντί αυτού;
Βάζεις άραγε λογικά ερωτήματα στις σκέψεις σου;

Η απάντηση σε όλα αυτά είναι το “Όχι”.

Κάποιοι ξέρουμε από τα μικράτα μας πως τα μπινελίκια , τα ξεσπάσματα και η βια γενικά δεν φέρνουν αλλαγές κοινωνικές. Ποτέ δεν φέρνουν.Μπορεί να έχουν κάποιο νόημα στα πάνελς και στα τηλεοπτικά παράθυρα αλλά μεταρρύθμιση κοινωνικη δεν ειναι.
Η ψευδαίσθηση της Μεγάλης Επανάστασης είναι μια φαντασίωση εφηβική που όσοι είμαστε γύρω στα 40 την έχουμε βιώσει. Και αφού ήπιαμε και καπνίσαμε ότι βρέθηκε στο δρόμο μας και φιλοσοφήσαμε για τα πάντα πάνω στα σκαλιά του Πολυτεχνείου και αφου πετάξαμε ότι πέτρα μπορούσαμε να πετάξουμε στους μπάτσους, επιστρέψαμε ταπεινωμένοι, ενήλικες πια και με ένα αίσθημα εξαπάτησης.
Έτσι ήταν και έτσι θα είναι με τις Μεγάλες και Καθολικές επαναστάσεις. Οι στιγμιαίες επαναστάσεις όπως και ο στιγμιαίος καφές φτιάχνονται γρήγορα και καταναλώνονται το ίδιο γρήγορα.
Τις ζεις και πας παρακάτω αναζητώντας τις πραγματικές λύσεις.

Γιατί η βία ως πρόταση πολιτική δεν αναδύθηκε τα τελευταία χρόνια. Υπήρχε και πριν τη κρίση. Και οι εκπρόσωποί της είναι οι ίδιοι και δεν εμπόδισαν την πτώχευση της χώρας..

Γιατί είναι ο Καπιταλισμός ανόητε, που τόσο μισείς. Ψάχνει να βρει τρόπους για να αποφορτίζεσαι. (Μπαλίτσα να παίζεις). Αγαθά αναλώσιμα να καταναλώνεις. Και η Μεγάλη Επανάσταση είναι ενα από αυτά τα αναλώσιμα που έμαθες να καταναλώνεις αμάσητα. Προϊόν υψηλής αισθητικής με καλό μάρκετινγκ και δυνατό PR που σε κάνει να μην μπορείς να δεις τίποτε πέρα από αυτό. Αν το κέντρο είναι “Η Μεγάλη Επανάσταση” το ΠΩΣ, ΠΟΥ,ΠΟΙΟΣ,ΠΟΤΕ, περνάει στα ψιλά γράμματα. Χωρίς αυτά τα ερωτήματα ακόμα και η βια όμως είναι απολιτικ.

Άρα γιατί συνεχίζεις να υποστηρίζεις μια μέθοδο, την βία και τη ρητορική μίσους ως εργαλεία κοινωνικής και οικονομικής μεταρρύθμισης; Μήπως τελικά η βία είναι μια πολύ καλή δικαιολογία και άλλοθι για να μείνεις άπραγος και απενεργοποιημένος. 
 Όπως ήσουν και στα προηγούμενα χρόνια . Φίλαθλος και απολιτικ. Μπαλίτσα να παίζεις..Τίποτε δεν άλλαξε.

Το παλιό που εκπροσωπεί η βια δεν ήταν αποτελεσματικό τότε. Δεν θα είναι και σήμερα.
Γιατί το καινούριο σε καλεί να βρεις νέους τρόπους.
Νέους τρόπους και εργαλεία αντίδρασης και παρέμβασης.
Πολύ δύσκολο αυτό το καινούριο.
Δεν είναι συνταγούλα έτοιμη. Πρέπει να τη φτιάξεις εσύ.
Γιατί το “Τα κάνω Πουτάνα όλα” είναι βολικό και συμφέρει γιατί τα προβλήματα που θα προκύψουν μετά το “Πουτάνα όλα” έχουν υποσχεθεί πως θα στα λύσουν άλλοι. Το ΠΟΥ, ΠΩΣ, ΠΟΤΕ δεν το έχεις ρωτήσει ακόμα βεβαία. Πάντα έτσι την πατάς . 
Με τους Μεσσίες που τάζουν στιγμιαίες επαναστάσεις.

Είναι η νοοτροπία του Ελληναρά που μας έχει κληροδοτηθεί. Ετσι την πάτησαν και οι γονεις μας τα προηγούμενα χρόνια. Σε αυτήν την περίπτωση η νοοτροπία είναι καμουφλαρισμένη με μαντίλα καρό επανάστασης.

Η νέα εποχή σε καλεί να βγεις από τον θυμωμένο όχλο.
Να δείξεις το πρόσωπό σου.
Να ανασηκώσεις τα μανίκια.
Να μιλήσεις. Να αποστομώσεις με τη λογική.
Με τη δημιουργικότητα. Με το θάρρος.
Να παρεισφρήσεις εκεί που σου λένε Όχι”. Να τους ξεγελάσεις όταν σου λένε “Αδύνατον”.
Να τους εκθέσεις με έννομους και νομικούς τρόπους όταν χρησιμοποιούν τις πλάτες σου. Να χρησιμοποιήσεις τα μέσα που φοβούνται. Να του υποτιμήσεις βρίσκοντας λύσεις.
Και να ενωθείς και με άλλους τέτοιους παράξενους ανθρώπους. Να κάνεις συμμαχίες με ανθρώπους ενηλικιωμένους κοινωνικά. Έτσι χτίζονται οι υγιείς πολιτικές δυνάμεις.

Το αντάρτικο αν δεν στηθεί στον πυρήνα του συστήματος δεν είναι ανταρτικο. Είναι Θέαμα. Είναι απλά Στάτους. Αντάρτικο με ανακοινώσεις στα free press και στα χρονολογία δεν είναι αντάρτικο. Με εκπομπές σε κανάλια you tube δεν είναι αντάρτικο. Το να πετάς πέτρες από μακριά είναι βολικό. Αλλά δεν είναι αντάρτικο. (Μπαλίτσα να παίζουμε).
Θέλω να σε δω να ρισκάρεις. Με κίνδυνο να σε διαπομπεύσουν. Με κίνδυνο να χάσεις τη δουλειά σου. Δυσκολάκι ε; Δύσκολη η ζωή εκτός Facebook και μακριά από όχλους.

Δυο δρόμοι υπάρχουν να διαλέξουμε αυτή τη στιγμή σε αυτήν την χώρα. Ο ένας είναι αυτός που μόλις περιέγραψα. Και αυτές οι Νέες δημιουργικές δυνάμεις υπάρχουν σε αυτήν την χώρα. Δεν είμαστε λίγοι. Είναι δειλές, φοβισμένες και υποτιμημένες αυτές οι φωνές, αλλά υπάρχουν. Υπάρχουν ανάμεσα σε αυτές τις παλιακές νοοτροπίες, ανάμεσα σε αριστερούς, και δεξιούς κηφήνες . Αυτές οι δυνάμεις συνεχίζουν τη ζωή και χάρις σε αυτές συμβαίνουν θετικά και με ουσία πράγματα. Ζουν, εξελίσσουν αθόρυβα τη χώρα αλλά το σύστημα είναι τόσο στεγανό που μόνο εάν γίνεις σαν τους εκπροσώπους του θα σου δώσει χώρο για να “φανείς”.

Και ο δεύτερος δρόμος είναι αυτός που έχει επιλέξει το σύστημα για εσένα. Εκπροσωπείται από άτομα που πάντα υπήρχαν στα γρανάζια του, αν και προτάσσονται ως Νέο. Ορέγονται την εξουσία. Είναι λιμνάζοντα νερά. Είναι το παλιό και το αρρωστημένο και συνέβαλαν σε αυτό το καταστροφικό που συμβαίνει τώρα. Αυτοί δεν δημιούργησαν κάτι ποτέ για αυτόν τον τόπο. Δεν ξέρουν πως γίνεται να δημιουργείς. Γι αυτό και φωνάζουν μόνο. Γι αυτό και θυμώνουν μόνο. Γι αυτό δεν έχουν να προτείνουν παρά μόνο τη Βια και το θυμό. Γι αυτό και σε προτρέπουν ΜΟΝΟ στη βια. Και ξέρουν πως θα τσιμπήσεις. Πάντα τσιμπάνε στη παλιά δοκιμασμένη συνταγή:
“ Αίμα -Σπέρμα”.

Ξυπνάτε.
Έχουμε λίγο χρόνο ακόμα.
Κάποια στιγμή θα είναι αργά...




Σημ.: Αν διαβάζεις σε αυτές τις γραμμές την προτροπή μου να μην ασκείς κριτική σε πρόσωπα και καταστασεις, τότε είτε είσαι πωρωμένος είτε περιορισμένης αντίληψης.

Σημ.:Την ώρα που έγραφα τις γραμμές αυτές, το μεσημέρι, 15 άτομα με καλυμμένα πρόσωπα, έδειραν και τραυμάτισαν Ελληνοαυστραλό τουρίστα με σιδερένια αντικείμενα (;) , την ώρα που ψώνιζε σουβενίρ από την Ερμού.



Σάββατο 1 Ιουλίου 2017

Je Suis Συννεφούλα


Έψαξα λοιπόν να βρω σχόλια και αναφορές γιατί αυτό το τόσο γλυκό,τρυφερό και κλασσικό τραγούδι, έπρεπε να μπει στη λίστα με τα απαγορευμένα. Ένα τραγούδι μάλιστα από εκείνη την εποχή όπου οι καλλιτέχνες έφτιαχναν πραγματική μουσική, βγαλμένη από το βίωμά τους και όχι από μουσικά λογισμικά όπως συμβαίνει σήμερα.

Δεν είχα προσέξει ποτέ τους στίχους και η διαπίστωση που έκανα ομολογώ πως με σόκαρε. Όχι οι στίχοι. Ο λόγος που απαγορεύτηκε.

Το τραγούδι επί της ουσίας περιγράφει τα βάσανα ενός νεαρού από μια “Συννεφούλα”.
Η άτακτη κοπέλα τον βασανίζει, παίζει με τον έρωτά του, τον διαψεύδει, η αμφιθυμία της τον προδίδει, τον πληγώνει. Η Συννεφούλα είναι ένα σύννεφο που πετάει από την μία αγάπη στην άλλη. Τίποτε δεν μπορεί να τη συγκρατήσει και να την κρατήσει στη γη κοντά του. Η Συννεφούλα αγαπάει πολλούς. Είναι ατίθαση. Είναι άπιαστη... Στο τέλος ο νεαρός υποκύπτει. Είναι Άνοιξη και νιώθει μοναξιά. Η Άνοιξη δεν μπορεί να είναι Άνοιξη χωρίς την αγάπη της Συννεφούλας. Την θέλει τόσο πολύ που αποφάσισε να την αφήσει ελεύθερη. Να τον αγαπάει όπως εκείνη επιθυμεί.

Για ποιο λόγο η Συννεφούλα αγαπάει και άλλους και γιατί επιστρέφει στο αγόρι και γιατί το αγόρι συνεχίζει να την επιθυμεί παρά την προδοσία, θα μπορούσε να προσφέρει πάρα μα πάρα πολλά ερεθίσματα για συζήτηση μέσα στην τάξη. Η δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο για το όποιο τα παιδιά έχουν πλήρη συνείδηση ότι συμβαίνει στη κοινωνία μας. Και τα απασχολεί. Από τις πιο μικρές ηλικίες τα απασχολεί. Η προδοσία της παιδικής Αγάπης και του παιδικού Έρωτα είναι κάτι που το ξέρουν και προσπαθούν να το διαχειριστούν. Γιατί να μην μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη Συννεφούλα και το φίλο της ως ερέθισμα για να συζητήσουμε με έναν τρυφερό τρόπο αυτά τα θέματα μέσα στην τάξη;

Δεν έχει σημασία τελικά ποιος αποφάσισε να εξαιρεθεί το συγκεκριμένο τραγούδι. Η Εκκλησία, το ΙΕΠ ή το Υπουργείο. Είναι προβληματικό από τη βάση του ως στάση έτσι κι αλλιώς. Ο δάσκαλος θα έπρεπε να είναι ελεύθερος να επιλέγει τα εργαλεία που ταιριάζουν στις ανάγκες και στην κουλτούρα της τάξης. Είναι ένα συνεχές αίτημα της εκπαιδευτικής κοινότητας που δεν έχει ικανοποιηθεί ακόμα. Επίσης είναι προβληματικό γιατί προωθεί μια ηθικολογία αναχρονιστική. Η επιλογή της απαγόρευσης αυτού του τραγουδιού δείχνει μια παθογένεια και ένα συντηρητισμό που υπάρχει στην κοινωνία μας και ακόμα μας ταλαιπωρεί. Συννεφούλες και προδομένοι έρωτες υπάρχουν εκεί έξω και οι μαθητές μας τους βιώνουν ή θα τους βιώσουν. Το προξενιό και η απαίτηση για παρθενία, ευτυχώς έχουν καταργηθεί.
Επιπλέον για άλλη μια φορά καταδείχθηκε πως οι Συννεφούλες της χώρας αυτής δεν έχουν καταφέρει να βρουν τη θέση που τους αξίζει. Για τους άντρες ακόμα και για τα αγόρια είναι δεδομένη η ελευθερία να αγαπήσουν όσες θέλουν, γιατί “Έτσι είναι οι άντρες!”. Η ελευθερία της ερωτικής επιλογής και έκφρασης δεν είναι δεδομένη όμως για τη γυναικά. Συνεχίζει , πάρα τα σπουδαία επιτεύγματά της να παραμένει το υπό προστασία του άνδρα ασθενές, επιπόλαιο, επιρρεπές, πλάσμα . Όσες αρνούνται αυτό το στερεότυπο είναι Συννεφούλες. Δεν έχουν ρόλο στα σχολεία μας, στα βιβλία της Αγάπης, δηλαδή των θρησκευτικών, κατά συνέπεια δεν έχουμε χώρο για αυτές ούτε στην κοινωνία. Ενα μιαρό είδος που θέλει να μολύνει τα ηθικά κορίτσια και να πληγώσει τα αγόρια. Δεν υπάρχει ούτε ως ενδεχόμενο διαλόγου το ότι μπορεί να υπάρχουν περισσότερες από μια αποδεκτά ερωτικές συμπεριφορές και επιλογές. Όχι. Σε αντίθεση με τον άντρα που είχε, έχει και θα έχει το ελεύθερο να αγαπάει όσες θέλει, για τη γυναίκα υπάρχει μόνο μια θέση αποδεκτή. Εκείνη της υποταγμένης κάτω από το σώμα ενός άντρα. Ακόμα και αν αυτός την κακοποιήσει, ή εμποδίσει την εξέλιξη της ζωής της. Η Γυναίκα που δεν ανήκει σε Έναν , δεν είναι επιθυμητή. Ή θα ξαναγίνει επιθυμητή εάν αποκηρύξει τα Σύννεφα. Τότε και Οσία θα την κάνουμε. Θα πάρει και φωτοστέφανο ως η Γυναίκα που έφτασε στην Θέωση επειδή έπαυσε την επιθυμία της.

Κι ύστερα από αυτό νομίζω είναι κατανοητό πως δεν απέχουμε και πολύ από τις μπούργκες και τις μαντίλες. Μια νοητή μαντίλα μόλις φορέθηκε στο είδος της γυναίκας που στη ζωή της θα αγαπήσει πολλούς άνδρες.

Δεν ξέρω για εσάς.

Εγώ πάντως θέλω να είμαι μια Συννεφούλα.

Μεγάλη!

Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

Και εσύ χαμογελάς σαν μικρόνους

Είναι αυτή η εποχή.
Σα να πέφτεις από ψηλά. Σα να τρέχεις μακριά.
Και εσύ χαμογελάς σα μικρόνους 

Είναι αυτή η εποχή.Που όλα είναι μικρά 
και όλα είναι  άοσμα και άδεια. Και μικρά.
Αλλά εσύ δεν το ξέρεις ακόμα.

Και οι όμορφοι στίχοι σου είναι πλαστικοί. 
Και είναι μόνο μια επίφαση.
Όχι για να αγαπήσεις τις λέξεις . 
Όχι για να αγαπήσεις τους ανθρώπους.
 Όχι για να αγαπήσεις τα χείλη της,
 το δέρμα του, 
τα μαλλιά της, 
τη γλώσσα του και
 τα δάχτυλα των χεριών του.
Είναι η επίφαση της ανάγκης σου.
Για τον Οποιονδήποτε.

Και το όμορφο ποίημα σου είναι μόνο η λεζάντα για να ντύσεις φωτογραφίες με βυζιά και μπούτια,και εξώφυλλα από επικά βιβλία που δεν θα διαβάσεις ποτέ και πιάτα με ευθυγραμμισμένες πρωτεΐνες.
Ειναι η μόνη σάρκα που γεύεσαι πια.'

Ζωή χωρίς απόγνωση ερωτική. Χωρίς το Αγάπα με, και το Σώσε με, ή έστω σκότωσέ με.
Ένας στίχος για την καύλα, και την συγχώρεση του Οποιουδήποτε.
Όχι για να τραφεις.
Μα για να τον καταναλώσεις.

Και εσύ χαμογελάς σα μικρόνους 
Και  δεν το ξέρεις 

ακόμα,

πως

αυτός

 που 

δεν μπορεί 

να 

πεθάνει

 για τον Έναν,  


.....
είναι ανάπηρος.


..........................................................................................................................................

(Συγχώρα μας.

....Αγάπη)








@Childhood Project/ Ελένη Καραγιάννη/2009