Ο
φύλακας της βάρδιας μόλις κατάφερε
μεσα στο Κυριακάτικο σούρουπο να
διακρίνει το φορτηγάκι των τσιγγάνων.
Άνοιξαν την πόρτα και τον άφησαν
προσεκτικά στη νησίδα του δρόμου. 'Ότι
δεν πουλιέται στο παζάρι των ρακοσυλλεκτών
του Σχιστού, πετιέται στα άχρηστα, μέχρι
να έρθουν οι μάνικες του Δήμου για να
τα καθαρίσουν. Συνήθως τα σκυλιά αυτά,
όπως τα έκθετα παιδιά, αφήνονται σε
κούτες πάνω στο πεζοδρόμιο. Ανάμεσα σε
σάπια ζαρζαβατικά, σε καμμένα ζαντολάστιχα
και πεταμένα στουπιά, βλέπεις μικρά
πλάσματα να ξεπροβάλουν και τα μάτια
τους διστακτικά και φοβισμένα να σε
παρακαλούν.
Κάποια
από αυτά τα δύσμοιρα ζώα παραδίδονται
σε φιλοζωικές οργανώσεις. Κάποια
υιοθετούνται. Κάποια καταφέρνουν να
μεγαλώσουν και να ενταχθούν στην αγέλη
που προϋπήρχε στο στρατόπεδο. Άλλα
εξαφανίζονται ξαφνικά, έτσι όπως ξαφνικά
εμφανίστηκαν .
Ο
Gipsy
ο σκύλος πέρασε από διάφορα χέρια μέσα
στη δομή: από τους αστυνομικούς και τους
φύλακες της πύλης, πέρασε στις καθαρίστριες
και στους ασυνόδευτους έφηβους πρόσφυγες,
για να καταλήξει στα χέρια των δασκάλων
του καταυλισμού όπου τον πήραν υπό την
προστασία τους. Μια γωνιά στο κοντέινερ
των δασκάλων και ένα παλιό κουβερτάκι
είχε γίνει το σπίτι του.
Το
μικρό χαμίνι σύντομα έγινε κάτι σαν
μασκότ. Ένα μικρό αλάνι, ένα ακόμα μέλος
στις παρέες των παιδιών των προσφύγων.
Όποτε άκουγες αλαλαγμούς και ποδοβολητά
ήξερες πως θα έβλεπες την εξής εικόνα:
ο Gipsy
να
τρέχει μπροστά και ένα τσούρμο παιδιών
να τον κυνηγούν. Άλλοτε άλλαζε η εικόνα
και ο σκύλος μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά
κυνηγούσαν κάποιο φίλο τους.
Ο
καιρός περνούσε και ο σκύλος μεγάλωνε
ανέμελος και χαρούμενος. Μεγάλωνε με
την κάπως κοντή ουρά του να ανεμίζει
κάθε φορά που μια ανθρώπινη φωνή του
μιλούσε. Μπερδευόταν ανάμεσα στα πόδια
των προσφύγων, των αστυνομικών και των
δασκάλων. Ήταν πάντα χαρούμενος μέσα
στην άγνοια ότι δεν είναι επιθυμητός.Ευτυχώς
δεν ήξερε πως κανένας δεν τον ήθελε στο
σπίτι του. Ήταν άλλο ενα σκυλί. Χωρίς
ιδιαίτερη ομορφιά. Ενα συνηθισμένο
σκυλί..
Ώσπου
ήρθε ο Χουσεΐν.
Το αγόρι αυτό ήταν πρόσφυγας πολέμου.
Οι γονείς του διώκονταν λόγω πεποιθήσεων.
Είχαν μιλήσει περισσότερο από ότι έπρεπε
για τα δικαιώματα που αξίζουν στα παιδιά
τους. Ένα βροχερό βράδυ πήραν μια
αλλαξιά ρούχα ο καθένας και μια φωτογραφία
από το σπίτι τους και η μητέρα, φόρτωσε
τον Χουσεΐν
μαζί με τα άλλα 3 αδέρφια του σε μια
φούσκωτη βάρκα στην Τουρκία. Και έφυγαν
για να σωθούν και για να βρουν ενα νέο
σπίτι μέσα στο οποίο θα είναι ασφαλείς.
Μέσα από πολλές μετακινήσεις και δύσκολες
καταστάσεις, η μητέρα είχε καταφέρει
να εξασφαλίσει ενα κοντέινερ μεσα στο
στρατόπεδο για εκείνη και τα παιδιά
της.
Ο
Χουσεΐν
ήρθε ενα πρωί δειλά και προσεκτικά μεσα
στο γραφείο μαζί με ενα μικρό πλαστικό
σκυλάκι που το έκανε δώρο στον Gipsy.
Ήταν
από εκείνα τα παιχνίδια που συνήθως τα
κολλάνε οι φορτηγατζήδες στο παρμπρίζ
των φορτηγών και αυτά κουνάνε ρυθμικά
το κεφάλι τους. Ο σκύλος δέχθηκε με χαρά
το δώρο του αγοριού και από εκείνη τη
στιγμή έγιναν αχώριστοι.
Αυτά
τα 2 πλάσματα αγαπήθηκαν από την πρώτη
ματιά και ήταν σα να συνέβη κάτι μυστικό
ανάμεσά τους, κάτι
που
δεν είχε συμβεί με κανένα από τα υπόλοιπα
παιδιά του στρατοπέδου.
Ο
Gipsy
πλέον αισθανόταν ασφάλεια όταν έβγαινε
έξω, αφού το άγρυπνο μάτι του Χουσείν
ήταν εκεί για να το προστατεύσει από το
άγαρμπο παιχνίδι των παιδιών και από
τα θυμωμένα σκυλιά της αγέλης. Τρύπωναν
στο γραφείο όπου ήταν οι δασκάλες και
έπαιζε μαζί του κρυφτό . Κάθε φορά που
ο σκύλος ξετρύπωνε το παιδί πίσω από
τις κούτες και τα έπιπλα, έβλεπες στα
μάτια και των δυο ένα τεράστιο χαμόγελο.
Το γέλιο αυτό ήταν βουβό. Ο σκύλος δεν
έβγαζε φωνή και γέλιο γιατί έτσι είναι
το γέλιο των σκυλιών. Το ίδιο όμως
σιωπηλό ήταν και το γέλιο του Χουσεΐν.
Το γέλιο του δεν ακουγόταν γιατί είχε
μάθει να είναι σιωπηλός. Όπως σιωπηλοί
είναι όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται
σε διωγμό.
Και
οι μέρες περνούσαν .
Και
το βουβό γέλιο συνεχιζόταν.
Και
οι 2 σύντροφοι μεγάλωναν μαζί.
Ο
Gipsy
φόρεσε
έναν κόκκινο ιμάντα στο λαιμό του και
ο Χουσεΐν
τον κράταγε από εκεί σαν να κράταγε τον
μικρό του αδερφό από το χέρι.
Και
οι μέρες περνούσαν.
Και
οι περίπατοί τους κάτω από τα πεύκα του
καταυλισμού γίνονται κάθε μέρα όλο και
πιο μεγάλοι.
Και
ο Χουσεΐν
έκλεβε από τις μετρημένες λιχουδιές
που έφτιαχνε με αλεύρι η μητέρα και τις
μοιραζόταν με τον φίλο του
Και
έβλεπες σε αυτήν την βουβή συντροφιά
όλους του τόμους της λογοτεχνίας που
έχουν γραφτεί για την πονεμένη ιστορία
των πλασμάτων της γης που δεν είχαν
δικό τους τόπο για να ξεκουραστούν .
Μέσα
από τον ήρεμο περίπατο αυτών των δυο
ηρώων, διάβαζες τις ιστορίες που έγραψε
ο Μαλαπάρτε , ο Λόντον και αλλοι, για
τα ακατέργαστα και άγρια πλάσματα που
αγαπήθηκαν και παρηγόρησαν το ενα το
άλλο σε καιρούς πολέμου και σε καιρούς
πένθους.
Και
έτσι περνούσε ο καιρός.
Σε
καιρούς πολέμου και πένθους.
Ο
Χουσεΐν
είχε τον Gipsy
και
ο Gipsy
τον
Χουσεΐν,
μέχρι
και οι δύο να βρουν έναν τόπο που θα τους
αγαπά.
.........
(
Ο Gipsy
είναι
3 μηνών, ήρεμος χαρακτήρας φιλικός με
τα παιδιά και τα άλλα ζώα. Θα γίνει
περίπου 30 κιλά. Ακόμα ψάχνει σπίτι.
Όποιος ενδιαφέρεται να τον υιοθετήσει
για πάντα, ας επικοινωνήσει στο
ele.karagianni@yahoo.gr
Ο
Χουσείν περιμένει να του επιτραπεί να
μετακινηθεί στη Γερμανία μαζί με την
μητέρα και τα αδέρφια του ώστε να
επανασυνδεθούν με τον πατέρα τους που
ήδη έχει ετοιμάσει ένα μικρό σπίτι για
αυτούς).