Παρασκευή 11 Αυγούστου 2017

Ο άγριος Γου

H ζωή σου κάνει δώρα. Σε φέρνει σε ιδιαίτερους τόπους, σε ιδιαίτερες στιγμές. Εκεί συναντάς κάποιους ιδιαίτερους ανθρώπους. Ακόμα και όταν φεύγουν , συνεχίζουν να είναι εκεί. Ακόμα και αν τους συναντάς κάθε 2- ή 3 ή 5 χρόνια, μαζί τους έχει συμβεί εκείνη η μαγική χημική ένωση που κάνει τους ανθρώπους να καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον. Όσα χρόνια και αν περάσουν.

Ο άγριος Γου είναι ένας τέτοιος άνθρωπος. Υπήρξαμε κάποτε εραστές αλλά αυτό έχει τελειώσει. Τον συναντώ κάθε καλοκαίρι για λίγο εκεί στον Νότο, ανάμεσα στην αδίστακτη αλμύρα, στις οσμές από τις χαρουπιές και στο κακοτράχαλο τοπίο.

Ο άγριος Γου είναι ένας από αυτούς τους ανθρώπους που ταιριάζουν με την αγριάδα του τόπου του. Ένας πάνσοφος άντρας που μελετά τα ζώα, τον ουρανό και τη φύση όπως οι παλιοί. Καταλαβαίνει τους ανθρώπους από την οσμή που αναδύουν και από τη φλόγα στα μάτια τους.
Ήταν εκεί, στα καλοκαίρια της θλίψης μου κι εγώ πάνω στον ώμο του πένθησα τον θάνατο του Έρωτα. Ο άγριος Γου είναι από τους λίγους που έχει δει το μικρό παιδί που κάποιες φορές μιλάει μέσα από εμένα. Σαν Πατέρας το έχει πάρει αγκαλιά. Το έχει νανουρίσει.

Φέτος βρεθήκαμε εκεί σε μια ερημική παραλία να πίνουμε κάτι. Ήταν πανσέληνος και η Σελήνη φώτιζε τη νύχτα σα να ήταν ήλιος...
Αποκαμωμένοι ξαπλώσαμε ο ένας δίπλα στον άλλο. Και αφήσαμε το φως και τις δροσοσταλίδες τους νερού να μας σκεπάσουν. Μόνο τα χέρια κρατήσαμε.

Φέτος ήμασταν και οι δυο κουρασμένοι. Λίγο περισσότερο από πέρυσι.
Και φέτος κατάλαβα πως ο άγριος Γου είναι ένας από τους σημαντικούς άλλους που συνάντησα στη ζωή μου. Που πάντα μπορούσε να καταλάβει από την οσμή τους τους εραστές που μπορούσαν να με πληγώσουν. Που πάντα καταλάβαινε από τα μάτια μου τι είχε συμβεί στη ζωή μου τα χρόνια που δεν τον είχα συναντήσει.
Φέτος ήταν αποκαμωμένος από τον θάνατο ενός αγαπητού του προσώπου..
Σαν παιδί άφησε τον πόνο του μπροστά μου...εκεί μέσα στην νύχτα..κάτω από τη σελήνη που φώτιζε σαν ήλιος, σαν παιδί ξάπλωσε δίπλα μου και άφησε έναν βαθύ αναστεναγμό ανάμεσα από τα δόντια.
Και εκεί αισθάνθηκα πως τον αγαπώ αυτόν τον Άγνωστο άνθρωπο με όλη την καρδιά μου.
Κι έσφιξα λίγο περισσότερο το χέρι του στην παλάμη μου...



                                                                  @ Daido Moriyama

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Αριστεία, Αριστοκρατία και ο Βιγκότσκι.



Ήταν αρχές του 2000 όταν τοποθετήθηκα σε ενα Γυμνάσιο στα κάτω Πατήσια για να διδάξω εικαστική αγωγή. 'Ο Χαλίλ ήταν κάπου 6-7 χρόνια στην Ελλάδα. Οι γονείς του είχαν έρθει με εκείνο το μεγάλο κύμα μεταναστών από την Αλβανία. Πίσω στη χώρα τους ο μπαμπάς αν θυμάμαι καλά ήταν γιατρός και η μαμά διευθυντήρια σε δημοτικό σχολείο. Εδώ στην Ελλάδα έκαναν δουλείες άσχετες βέβαια με τις ιδιότητές τους. Μεροκάματα ο μπαμπάς με βαψίματα και τεχνικές εργασίες, καθαρίστρια σε σπίτια η μαμά. Ο Χαλίλ είχε βοήθεια στο σπίτι και από τους δυο γονείς. Κατάκοποι από το μεροκάματο στις σκάλες και στις σκαλωσιές, έμεναν δίπλα του τα βράδια μέχρι αργά για να τον βοηθήσουν στα μαθήματα. Έτσι αν και η μητρική του γλώσσα δεν ήταν τα ελληνικά, στο Γυμνάσιο είχε καταφέρει να διεκδικήσει την σημαία.
Δεν την πήρε φυσικά γιατί ήταν Αλβανός. Και έτσι η Αριστεία του δεν μετρούσε. Εκείνα τα χρόνια ούτε κουβέντα ένας “Ξένος” να κρατήσει σημαία.
Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ τον Χαλίλ γιατί ήταν από τα παιδιά που μου μίλαγαν. Όλα μου τα έλεγε. “Δεν πειράζει !” έλεγε, ακόμα και όταν τον πείραζαν τα ελληνάκια,. “Δεν πειράζει!” είπε και για τη σημαία. Τα μάτια του όμως έδειχναν άλλο. Ματαίωση και θυμό.

Έτσι λοιπόν μεσα σε όλον αυτόν το ντόρο περί Αριστείας τον θυμήθηκα.
Είναι η Αριστεία άραγε Αριστοκρατία; Γιατί το είδα συχνά να γράφεται κάπως έτσι.
Η γνώμη μου είναι πως όχι, γιατί στους άριστους έχουν υπάρξει παιδιά μεταναστών και προσφύγων. Παιδιά Ρομά. Παιδιά εργατών και παιδιά με αναπηρίες, παιδιά από κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Εμείς που δουλεύουμε στα εργατικά προάστια όπως στα Λιόσια, στο Μενίδι, στο Περιστέρι, στο Αιγάλεω, στα Πατησιά, κ.α., τον έπαινο της σημαίας δεν τον δίνουμε στα παιδιά που μένουν στην Εκάλη. Στα παιδιά του εργάτη και του μετανάστη τον δίνουμε.
Έτσι λοιπόν, ξαφνικά εάν δεις την κάθε περίπτωση παιδιού ξεχωριστά, ο έπαινος της σημαίας σταματάει να είναι κριτήριο Αριστοκρατίας.

Όχι δεν είμαι υπέρ της σημαίας.
Για πολλούς λόγους που δεν υπάρχει χώρος να αναλυθούν εδώ.
Όμως δεν μου φαίνεται αρνητικό να παίρνει την αμοιβή του αυτός που εργάζεται.
Και αυτή είναι μια βασική αρχή της μαρξιστικής θεωρίας. Ο εργάτης πρέπει να αμείβεται με την υπεράξια του κόπου του. Σε αντίθεση με τον καπιταλισμό που απαξιώνει τον κόπο και δίνει την αμοιβή του κόπου σου σε κάποιον άλλον που δεν έχει κοπιάσει.
Είδες που όλα είναι θέμα ερμηνείας τελικά και δεν μπορούν να απαντηθούν με ένα ναι ή οχι;.

Και ο Μαρξισμός και εάν επωφελήθηκε από τους Άριστους.
Τους Άριστους και τους ικανούς τους είχε στην έρευνα. Στα εργαστήρια. Στα πειράματα. Στην Τέχνη. Επένδυε στην συνεχή εξέλιξη των Αρίστων. Όχι για την ψυχή της μανούλας του. Αλλά για να τον υπηρετούν και να τον ενδυναμώνουν. Τους υπόλοιπους τους είχε στη γραμμή παραγωγής και στο χωράφι, ένας ρόλος ο οποίος είναι και αυτός εξίσου σημαντικός.

Ο μεγάλος Βιγκότσκι παιδί του Σοβιετικού μαρξισμού, ο πατέρας της σύγχρονης παιδαγωγικής ήταν μια τέτοια περίπτωση ενός Άριστου μυαλού που υπηρέτησε την επιστήμη της παιδαγωγικής/ψυχολογίας και πήρε διακρίσεις και τιμές από το τότε Σοβιετικό κομουνιστικό κράτος. Γιατί διακρίθηκε ο Βιγκότσκι και κάποιοι λίγοι σαν και αυτόν, σε σχέση με τους υπόλοιπους χιλιάδες συμπατριώτες του, το απάντησε ο ίδιος ο Βιγκότσκι.

Έχει να κάνει με το περιβάλλον που μεγαλώνει ενα παιδί και με το εσωτερικό φορτίο που κουβαλάει (ικανότητες και ιδιοσυγκρασία). Ζώνη Επικείμενης Ανάπτυξης το ονόμασε (ΖΕΑ) που σημαίνει με λίγα λόγια πως όση βοήθεια και αν έχεις, υπάρχει ένα όριο δεξιοτήτων που μπορεί κάθε άνθρωπος να ολοκληρώσει και δεν είναι ίδιο σε όλους. Δεν θα γίνουν όλοι γιατροί. Ούτε καλλιτέχνες. Ούτε έχουν όλοι το ταλέντο σε τεχνικές δεξιοτεχνίες. Η εκπαίδευση (όπως την λαμβάνεις μεσα από τις επίσημες εκπαιδευτικές δομές αλλά και άλλους θεσμούς και πρόσωπα) θα σε βοηθήσει να φτάσεις στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων σου.

Σύμφωνα με αυτή τη θέση μπορούμε να καταλάβουμε λοιπόν πως δεν αρκεί να δώσεις μια σημαία σε κάποιον για να κρατήσει, έτσι ώστε να εξελιχθεί.
Ο Χαλίλ ήταν από τα λίγα τυχερά παιδιά, από τα χιλιάδες που ήρθαν εκείνα τα χρόνια. Είχε ένα περιβάλλον που μπορούσε να τον βοηθήσει να φτάσει στην πληρότητα των ικανοτήτων του. Η σημαία δεν ήταν το ερέθισμα που τον έκανε καλό μαθητή. Ήταν από μόνος του.

Είναι ανόητο και υποκρισία και δείχνει πόσο λίγο ξέρουν την εκπαιδευτική διαδικασία όσοι ισχυρίζονται πως συμβολικές πράξεις μπορούν να αλλάξουν τη μοίρα κάποιου ή την ποιότητα της εκπαίδευσης που έχει. Αυτό μοιάζει με μαγικό ραβδί. Δεν υπάρχουν τέτοια όμως. Τα προβλήματα της εκπαίδευσης είναι γνωστά. Δεν είναι στην έλλειψη των συμβολικών πράξεων.
Η εκπαίδευση για να είναι αποτελεσματική εξαρτάται από πολύ πρακτικά θέματα. Δώσε στο παιδί καλό φαγητό, καλό ύπνο, ασφαλές περιβάλλον, και θα εξελιχθεί. Η εκπαίδευση δεν επηρεάζεται δυστυχώς καθόλου από συμβολικές πράξεις, καλές προθέσεις και “αγαπησιάρικες” θεωρίες.

Αυτό που πρέπει να κάνει το κράτος είναι να εξασφαλίσει στα παιδιά ευκαιρίες ώστε να φτάσουν στην πληρότητα των ικανοτήτων τους.


Εάν δεν το κάνει τότε υπάρχει πρόβλημα.

Και το πρόβλημα θα συνεχιστεί εάν όλοι εμείς δεν μιλήσουμε για το πρόβλημα, δεν δείξουμε τις πραγματικές ανάγκες αλλά αναλώσουμε τον δημόσιο διάλογο σε όλα τα αλλά.  

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

O Εχσάν, ο Καζαντζάκης και ο Έρωτας.



Έχω έναν φίλο πρόσφυγα. Είναι νεαρός γύρω στα 30. Είναι καλλιτέχνης. Ζωγραφίζει, γράφει. Του αρέσει να τραγουδάει κιόλας.
Είναι στην Ελλάδα κάτι λιγότερο από έναν χρόνο και ήρθε με τους γνωστούς τρόπους και για τους γνωστούς λόγους. Στη χώρα του η Ελευθερία είναι υπό διωγμό.
Μιλάμε συχνά στο chat στα αγγλικά. Όπως και εχθές . Αναφώνησε μόλις έμαθε ότι είμαι από την Κρήτη: “Ω!!! Το σπίτι του Καζαντζάκη! Έχει διαβάσει την Ασκητική. Ένας άλλος συμπατριώτης του είχε μεταφράσει στα Φαρσί το βιβλίο από τα αγγλικά. Θα μεταφράσει και αλλά είπε, κυρίως ποίηση, για να τους βοηθήσει να καταλάβουν την χώρα που τους φιλοξενεί.
Του αρέσει ο Καζαντζάκης γιατί μιλάει για την Ελευθερία και για τον Θάνατο. Τον θεωρεί πολύ Μεγάλο συγγραφέα.
Χάρηκα πολύ και του το είπα: “Στην πατρίδα μου την Κρήτη, ξέρεις Εχσάν, υπάρχουν πολλοί άντρες και γυναίκες στην ηλικία σου που δεν έχουν διαβάσει Καζαντζάκη”.

Ο Εχσάν τις τελευταίες φορές που μιλήσαμε άρχισε να μου ανοίγεται. Με την ευθύτητα και την ειλικρίνεια που εμείς οι καλλιτέχνες επικοινωνούμε μεταξύ μας, σε μια κοινή γλώσσα και σε μια κοινή αποδοχή. Τίποτε από ότι ειπωθεί μεταξύ μας ξέρουμε πως δεν θα φανεί πολύ παράξενο. Έτσι είναι οι παράξενοι καλλιτέχνες. Σπάνια ξαφνιάζονται.
Του έκανα διάφορες ερωτήσεις..για την θέση της Τέχνης στην χώρα του, για τις σχέσεις , για τον έρωτα..για να καταλάβω τις δυσκολίες στην εκεί ζωή του.

-“Ίσως σου φανώ παράξενος. Αλλά εσείς δεν μπορείτε να καταλάβετε πόσο πολύ καταπιεζόμασταν.
Μας απαγορεύανε να μιλάμε, πολύ περισσότερο να βρεθούμε με μια γυναίκα που δεν ήταν η σύζυγος μας στον ίδιο χώρο. Ίσως σου φανώ παράξενος εάν σου πω πως είχα μια κούκλα , μια Μπάρμπι για να της μιλάω. Την έβαζα στο τραπέζι για να τρώμε μαζί... ή σε ενα μαξιλάρι δίπλα μου για να δούμε τηλεόραση. Δεν μπορείτε να καταλάβετε πόση ήταν η καταπίεσή μας. Πόση ήταν η μοναξιά μας”.

-” Ερωτεύτηκες ποτέ Εχσάν; Μου επιτρέπεις να σε ρωτήσω εάν βρέθηκες ποτέ ερωτικά με μια γυναίκα;

-”Όχι!” ήταν η απάντησή του. “Θα μου δημιουργούσε πολλά προβλήματα εάν το έκανα. Το ίδιο και στην κοπέλα!”

-”Υπάρχουν εκεί γυναίκες όπου μπορείτε να πληρώσετε όμως”.

-”Ω! Ποτέ δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Να πληρώσω για να με αγαπήσουν για λίγο; Όχι ποτέ. Όχι εγώ. Δεν μπορώ. Στην πατρίδα μου οι ερωτικές σχέσεις με τις κοπέλες γίνονται μέσω του chat, με μηνύματα και από το τηλέφωνο. Απαγορεύεται να αγγίζουμε. Αλλά αυτό μάλλον δεν μπορείτε να το καταλάβετε εσείς.”

Καληνύχτισα μετά από λίγο τον Εχσάν και έπεσα να κοιμηθώ.

Η συζήτηση μας συνέχισε να μου “κλωτσάει” το μυαλό.
Δυσκολευόμουν να κοιμηθώ.
Μια βαθύτατη θλίψη με κάλυψε.
Σηκώθηκα για να γράψω αυτές τις γραμμές.

Απαγορεύεται να αγγίζουμε..
Δεν θα καταλάβετε εσείς....

Η μεγαλύτερη επινόηση του “συστήματος” για να μας εχουν δέσμιους, είναι  να μας κρατάνε μακριά από την επαφή...από το σώμα. Δεν είναι η ανταλλαγή των υγρών... Δεν είναι η ανταλλαγή των ψιθύρων που μόνο οι εραστές μπορούν να ακούν...Και δεν μιλάω για την ασυδοσία.. Είμαι κατά της ασυδοσίας γιατί ακόμα και αυτη μπορει να γίνει δεσμά. Δεν είναι το σώμα από μονο του που θα σε ελευθερώσει. Μιλάω για την συντροφικότητα. Την μεγαλύτερη εγγύτητα..Την μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ..την βαθύτερη επικοινωνία που μπορείς να έχεις με έναν άλλον άνθρωπο.
Οι θρησκείες και η ασυδοσία κατέστρεψαν αυτήν ακριβώς την εγγύτητα.
Κατέστρεψαν την ελευθερία μας να ερχομαστε ο ένας κοντά στον άλλον.

Και η αλήθεια είναι ότι καταλαβαίνω πολύ περισσότερα Εχσάν. Οι δικές μας θρησκείες, οι παλαιές και οι σύγχρονες έχουν καταφέρει ότι έκανε το ακραίο Ισλάμ σε εσένα και στους άλλους άντρες και γυναίκες της πατρίδας σου.
Εσάς κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητά σας εάν παραβιάσετε τα όρια και τις φυλακές που σας έχουν βάλει. Είναι αληθινά τα όρια αυτά. Κινδυνεύει η ζωή σας αν τα παραβιάσετε.

Εμείς εδώ όμως Εχσάν, οικειοθελώς χωρίς κανέναν κίνδυνο να απειλεί τη ζωή μας, έχουμε θυσιάσει την εγγύτητα.
Και την έχουμε ανταλλάξει με βραδινά ερωτικά chat και καυλωτικούς ψιθυρους στο τηλέφωνο με ανθρώπους που δεν θα αγγίξουμε ποτέ. Που δεν θα φάμε ποτέ μαζί τους στο ίδιο τραπέζι. Που δεν θα δούμε ποτέ μια ταινία μαζί, αγγίζοντας ο ένας το σώμα του Άλλου.

Γι αυτο και δεν είμαστε Ελεύθεροι.

Καληνύχτα Εχσάν.

Ο κόσμος αυτός δεν θα αλλάξει ποτέ.





Πέμπτη 3 Αυγούστου 2017

Oι παρελάσεις και ο κοινός άνθρωπος.


Πάντα προσπαθώ να κρατάω μια θέση στα πράγματα, που θα δείχνει τις ενδιάμεσες αποχρώσεις , ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο. Στο καλό και στο κακό, στο Ναι ή το όχι.
Γιατί ανάμεσα σε αυτές τις αποχρώσεις (γκρίζες; ) υπάρχει η πραγματική ζωή. Δεν είναι αποδεκτό, το γνωρίζω και γι αυτό συχνά δέχομαι “επιθέσεις” από όλα τα μέτωπα. Τα αριστερά και τα δεξιά. Σε υποχρεώνουν οι φωνές αυτές να ταχθείς είτε μαζί τους είτε εναντίον τους. Το ότι μπορεί να υπάρχουν και τρίτες επιλογές και τέταρτες , δεν είναι κάτι το οποίο είναι αποδεκτό, ούτε κατανοητό.
Ανάμεσα στις ιδέες όμως υπάρχουν οι άνθρωποι τους οποίους ξεχνάμε να ρωτήσουμε. Υπάρχουν οι κοινοί άνθρωποι και οι ανάγκες του. Στο δογματικό Ναι και στο δογματικό Όχι, περιέχονται ιδεολογίες, ιδεοληψίες και μανιφέστα, θεωρίες και στάσεις που εκφράζουν στεγανές ομάδες με συγκεκριμένους στόχους . Δε σημαινει όμως πως εκπροσωπούν και τον κοινό άνθρωπο. Τον εργαζόμενο, τον οικογενειάρχη και το άνθρωπο της διπλανής πόρτας.
Πόσο απαξιωμένος έχει γίνει αυτός ο κοινός άνθρωπος; Εκεί ανήκω εγώ όμως. Εκεί θέλω να είμαι. Ένας κοινός άνθρωπος. Όχι επαναστάτης, όχι μέλος παράταξης ή σωματείου , κόμματος ή κολεκτίβας. Όχι φιλόσοφος . Όχι διανοούμενος. Είμαι το παιδί που γεννήθηκα στα Λιόσα από γονείς εργάτες. Είμαι ένας συνηθισμένος λαϊκός άνθρωπος.

Και αυτός ο κοινός άνθρωπος, ο λαϊκός, ο συνηθισμένος άνθρωπος δεν ερωτάται σχεδόν ποτέ.
Όλοι οι παραπάνω έχουν αποφασίσει ότι είναι διάφορα πράγματα αυτός ο άνθρωπος. Από νοικοκυραίος μέχρι και φασίστας. Ξεχνούν πως αυτός ο νοικοκυραίος συντηρεί το κράτος με την υπερφορολόγηση του. Αυτός ο νοικυραίος υπερκάλυψε με την αλληλεγγύη του τις ανάγκες των 400.000 προσφύγων που έμειναν στην χώρα εκείνο το καλοκαίρι του 2015. Στο ίδιο θέμα , τι και αν 115 σχολεία υποδέχθηκαν ομαλά και θετικά τα προσφυγάκια; Στα 5 που δημιουργήθηκε πρόβλημα με τους ακροδεξιούς γονείς , ήταν η αφορμή για να φορεθεί το στίγμα του φασίστα γονέα σε όλα τα σχολεία της χώρας.
'Έχει στραβά αυτός ο κοινός άνθρωπος. Και χρειάζεται βοήθεια μερικές φορές για να καταλάβει. Κι ίσως να είναι πιο δεκτικός στο να καταλάβει  από πολλά μέλη πολιτικών παρατάξεων.

Και αυτό ήταν μια μικρή εισαγωγή για το θέμα των παρελάσεων.

Θέλει ο κοινός άνθρωπος τις παρελάσεις; Ερωτήθηκε; Και αν όντως τις θέλει, αυτό σημαίνει πως είναι νοσταλγός του Μεταξά;

Βρέθηκα σε μαθητική παρέλαση στο Ίλιον , στην περιοχή όπου μένω, ύστερα από δεκαετίες.
Και προσπάθησα να διακρίνω κάποιο εθνικιστικό στοιχείο. Αντίθετα είδα το λαογραφικό στοιχείο πολύ έντονο με διάφορα σωματεία να φορούν παράξενες ελληνικές τοπικές στολές που αγνοούσα.
Είδα σχολεία να τραγουδάνε χιπ χοπ στιχάκια και να κάνουν χορευτικές κινήσεις νταμπ με τα χέρια τους.
Είδα μαμάδες και παππούδες με τα καλά τους να χαίρονται... Είδα μια ατμόσφαιρα γιορτής. Δεν είδα στρατιώτες, ούτε αντιλήφθηκα F16 να πετάνε από πάνω μας. Ίσως σε άλλες περιοχές να υπάρχει αυτό το μιλιταριστικό στοιχείο. Αλλά στην παρέλαση της περιοχής μου δεν το είδα. Και με αφορμή μια παρόμοια ανάρτηση που έκανα στο παρελθόν, φίλοι που μένουν στην Περιφέρεια μετέφεραν μια σειρά από εξαιρετικά έθιμα και δράσεις που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των μαθητικών παρελάσεων, καλλιτεχνικού και λαογραφικού περιεχομένου. Όχι φασιστικού.

Και έκανα την εξής σκέψη: Τι ωραία θα ήταν να παίρναμε αυτήν την σίγουρα προβληματική ιδέα και να την μετασχηματίζαμε δημιουργικά;
Μαζί με τα λαογραφικά σωματεία να προσκαλούσαμε και τις κοινότητες μεταναστών που μένουν μόνιμα στην χώρα αυτή; Να φτιάχναμε μια παρέλαση με μπαλόνια; Με παγωτά (όπως μαθαίνω πως συμβαίνει σε άλλες χώρες). Μια παρέλαση με χορό και χρώματα; Να γιορτάζαμε τη Χώρα μας.
Για το πόσο αγαπάμε τη Χώρα μας. Υπάρχει κάτι εθνικιστικό να αγαπάς τη Χώρα σου;
Όχι.
Ουτοπικό; Τρελό;
Ναι.
Αλλά και Όχι.

Η παρέλαση σήμερα δεν είναι εθνικιστική εκδήλωση. Όσο και αν υπάρχει η τάση από τις σχετικές φωνές να αποδοθεί τέτοια διάσταση με θετικό ή αρνητικό πρόσημο.
Οι παρελάσεις, αυτό δηλαδή που σημαίνουν για τον κοινό άνθρωποι, είναι μια αφορμή να αισθανθούν την χαμένη κοινότητα. Είναι ενα τελευταίο απομεινάρι από την Ανάμνηση του Χωριού. Που φορούσαν τα καλά τους για να βγουν στον δρόμο και α επικοινωνήσουν με τους Άλλους. Τους αδερφους και τις αδερφές. Κάτω από το κοινή ιδέα της Χώρας.
Αν είναι να την καταργήσουμε θα πρέπει πρώτα να αντικαταστήσουμε αυτήν την αίσθηση την κοινότητας με κάτι άλλο.
Το έχουμε αυτό το κάτι άλλο που θα μαζεύει τους ανθρώπου μαζί, στον κοινό τόπο; Στην κοινή ιδέα;
Έχουμε να αντιπροτείνουμε έναν Άλλον κοινό τρόπο και τόπο;
Όχι δεν έχουμε.
Απλά οι θεσμοί αλλάζουν όταν κάποιοι μπουν στον κόπο να τους αλλάξουν.

Αλλά δεν θέλουμε.
Ούτε εμείς ούτε εκείνοι εκεί ψηλά.

Απλά ανακυκλώνουν/με τις συζητήσεις και τους τσακωμούς των γονέων μας στα καφενεία της δεκαετίας του 80.

Στην πραγματικότητα λίγο ενδιαφέρει αν αλλάξει κάτι.

Κουβέντα να γίνεται απλά.