-Μπαμπά
Νόελ; Κουτσίκ;
Μια Αφγανή μητέρα με σταμάτησε στο διάδρομο
και μου έκανε αυτήν την παράξενη ερώτηση;
Δεν
την κατάλαβα αμέσως, αλλά για καλή μου
τύχη περνούσε ο Μοχάμμαντ ο διερμηνέας
εκείνη τη στιγμή.
-Σε
ρωτάει εάν θα φέρετε τον Άγιο Βασίλη να
παίξει με τα παιδιά στη σχολική γιορτή
που ετοιμάζετε.
-
Μα εμείς προσπαθούμε να κρατήσουμε
το θρησκευτικό στοιχείο έξω από τις
δραστηρίοτητες και τις σχολικές γιορτές,
είπα στον Μοχάμμαντ.
-Τους
αρέσουν πολύ τα Χριστούγεννα. Παίρνουν
το λεωφορείο για να κανουν μια διαδρομή 1,5 ώρας, απλά για να βρεθούν στο κέντρο
της Αθήνας, να ακούσουν τη μουσική από
τα μεγαφωνα, να χαζέψουν τα λαμπάκια
και τον στολισμό στους δρόμους και στις
βιτρίνες. Τους αρέσουν πολύ
όλα αυτά.
Κράτησα
για μέρες αυτόν τον μικρό διάλογο μέσα
στο μυαλό μου. Ποια στάση έπρεπε να
κρατήσω; Επικριτική απέναντι στην
αισθητική μιας θρησκευτικής γιορτής
που έχει δελεάσει του αθώους πρόσφυγες
αν και τόσο πολύ έχει απορριφθεί από
τους “σκεπτόμενους και εναλλακτικούς”
δυτικούς ; Να κρατήσω μια ψυχρή ουδέτερη
στάση απέναντι στην επιθυμία τους να
αλληλεπιδράσουν με τη δική μας θρησκεία
και τα δικά μας έθιμα; Μήπως να τους
μιλήσω για την επιφανειακή διάσταση
μιας λαμπερής γιορτής, που δεν είναι
τίποτε άλλο από μια προκάλυψη του
καταναλωτισμού; Να τους πείσω να μείνουν
μακριά από το βάσανο της θρησκείας; Ή
μηπως να τους αναλυσω πώς τα Χριστούγεννα
είναι ένα Τέρας, γέννημα του καπιταλισμού;
Μετά
την ίδια μέρα, ήρθε η μικρή 10χρονη Φατιμά και μου χάρισε ενα δώρο.
-
“Για εσένα. Για τα Κριστούγκενα!
είπε.
Ήταν
ένα άδειο κουτάκι τυλιγμένο με κόκκινο
βελούδο και χρυσή κλωστή. Αυτό το άδειο
στολισμένο κουτί ήταν το δώρο της για
εμένα και μου το έδωσε με μεγάλη χαρά
και ενθουσιασμό.
Και
μεσα σε αυτές τις δυο ιστορίες είδα την
προσπάθεια αυτών των κατατρεγμένων
ανθρώπων, να ενταχθούν σε μια νέα ζωή
και σε έναν νέο πολιτισμό. Δεν είναι ο
Μπαμπά Νόελ ..δεν είναι το δέντρο ή ο
Ρούντολφ , που είναι σημαντικά για
αυτούς τους ανθρώπους. Είναι κάτι άλλο.
Είναι η χαρά που νιώθουν μετά από τόσο
καιρό.
Μετά
θυμήθηκα πως στις χώρες από τις οποίες
έρχονται αυτοί οι άνθρωποι, η χαρά είναι
απαγορευμένη. Ειδικά για τους Αφγανούς.
Ειδικά για τις γυναίκες. Οι ευπρεπείς
γυναίκες δεν πρέπει να χαίρονται. Δεν
πρέπει να γελάνε. Ούτε καν να χαμογελάνε
σε δημόσιους χώρους. Μα και για τα παιδιά
τα ίδια είναι κάτι άγνωστο και απαγορευτικό.
Μεσα στον πόλεμο και στην σκόνη του
πολέμου, που να βρεις χρόνο για να κάνεις
ένα παιδί να γελάσει;
Από
τη δική τους τη ματιά, όλα αυτά είναι
καινούρια. Και πρωτόγνωρα. Και σημαντικά.
Ένας καινούριος τόπος όπου είναι ασφαλές
να περπατάς στο δρόμο με ενα χαμόγελο
. Ένας τόπος όπου είναι ασφαλές να
χαίρεσαι και να γελάς με την καρδιά σου
χωρίς αυτό να ερμηνευθεί ως ασεβεια
προς κάποιον Θεό ή άνθρωπο. Να γελάς
χωρίς να κινδυνεύει η ζωή σου.
Αν
το κοιτάξεις με λιγότερο θυμό, τελικά
ο κόσμος μας δεν είναι και τόσο ασχημος.
Ο κόσμος μας αυτές τις μέρες μοιάζει
σαν ενα παιδικό παιχνίδι δραστηριοτήτων.
Με υφές, ήχους και χρώματα. Ενα καρουσέλ
με στολισμένα αραβικά άλογα είναι ο
κόσμος μας αυτές τις ημέρες και αυτοί
οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να καλπάζουν..
Και
σκέφτηκα.
Εμείς
γιατί χάσαμε αυτήν την χαρά;
Κάπου
χαθήκαμε.
Που
χαθήκαμε. ; Στην απληστία και στην
κατανάλωση των υλικών ή στην απληστία
και στην κατανάλωση των συναισθημάτων;
Γιατί
δεν αρκούν μια σειρά από άσπρα λεντάκια
ή ένα χαρούμενο τραγούδι που μιλάει για
ελπίδα και ειρηνη στον κόσμο, για να
χαρούμε;
Γιατί
χαθήκαμε. Στις τόσες αναλύσεις επί των
αναλύσεων..των συναισθημάτων μας... των
καταστάσεων...της ζωής της ίδιας. Και
προτιμούμε να εγκλωβιζόμαστε μεσα στις
ερμηνείες.
Στις
πολιτικές,
κοινωνικές,
ψυχοδυναμικές, ψυχαναλυτικές, συστημικές,
φιλοσοφικές, θρησκευτικές ερμηνείες.
Αν
είναι ο καπιταλισμός πίσω από τα λαμπάκια
ίσως να μην έχει και τόση σημασία. Μέχρι
να αντικατασταθεί, αν αντικατασταθεί
με κάτι λιγότερο καπιταλιστικό και με
κάποια άλλη δραστηριότητα που θα κάνει
τους ανθρώπους να χαίρονται σαν παιδιά
, ας κρατήσουμε τη σκέψη και το προνόμιο
αυτό, ότι βρισκόμαστε στην τυχερή πλευρά
του πλανήτη όπου μπορούμε να περπατήσουμε
ελεύθερα χωρίς να κινδυνεύει η ζωή μας,
πάνω σε ενα δρόμο φωτισμένο που
λαμποκοπάει με μουσικές και χαρούμενες
φωνές.
Ας
το κάνουμε όπως εκείνοι.
Ας
πάρουμε ενα λεωφορείο που θα μας φέρει
στον κέντρο της Αθήνας
Και
ας σταθούμε μπροστά σε μια άχαρη κατασκευή
που μοιάζει με δέντρο και ας χαμογελάσουμε.
Και
ας πούμε ευχαριστώ που μπορούμε να
γελάμε, να περπατάμε και να αναπνέουμε
ελεύθεροι μέσα σε αυτούς τους βρόμικους
δρόμους.
Και
νομίζω πως εάν το κάνουμε αυτό, πως ίσως
και να αλλάξουμε.
Και
γίνουμε έτοιμοι.
Και
πιο δυνατοί.
Και
νομίζω πως με αυτόν τον τρόπο θα αρχίσομε
να έχουμε ελπίδα .
Πως
ίσως νικήσουμε κι εμείς.
Τους
δικούς μας πολέμους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου