Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα, σημαντικά αλλά ταυτόχρονα και απλά στην διατύπωσή τους βιβλία που έχω διβάσει τον τελευταίο καιρό, ειναι το "Εγώ και οι άλλοι-Μια γενετική προσέγγιση" του Albert Jacquard. Παραθέτω την εισαγωγή του βιβλίου και προσμένω τα σχόλιά σας.…
Φτάνει η ηλικία όπου αναλογιζόμαστε: το Ον αυτό που έγινα, ποιος είναι; Τι αξίζει; Ρωτάμε το βλέμμα των άλλων και φοβόμαστε, διότι συχνά αυτή η ματιά μας διαπερνά χωρίς να μας βλέπει (είμαι τόσο ανύπαρκτος;) ή είναι γεμάτη ειρωνεία, αν όχι περιφρόνηση (είμαι τόσο γελοίος;) Ρωτάμε τους καθρέπτες και απογοητευόμαστε, διότι η απάντησή τους σπάνια προκαλεί ενθουσιασμό. Ρωτάμε το σχολείο και η απάντηση δεν μας ικανοποιεί, διότι το σχολείο μας φαίνεται σαν μια μεγάλη μηχανή που δεν ενδιαφέρεται για την προσωπικότητα του καθενός αλλά επιδιώκει να μας τυποποιήσει σύμφωνα με τις κυρίαρχες νόρμες. Είμαι όμορφος; Είμαι έξυπνος; Σ αυτές τις δυο αιχμηρές ερωτήσεις, η απάντηση είναι «όχι όπως οι άλλοι». Λιγότερο όμως ή περισσότερο; Αν πούμε» «λιγότερο», θλιβόμαστε, υποτασσόμαστε και δεχόμαστε ως πεπρωμένο μας μια μέτρια μοίρα. Αντίθετα , αν πείσουμε τον εαυτό μας για το «περισσότερο», αυτοδοξαζόμαστε, προσπαθούμε να κυριαρχήσουμε και τελικά καταστρέφουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας, αφήνοντας να μπουν μέσα μας δυο δηλητήρια: το πάθος της εξουσίας και η περιφρόνηση των άλλων.
Μήπως δεν υπάρχει ορθή απάντηση;
Πράγματι, ορθή απάντηση δεν υπάρχει, γιατί η ερώτηση δεν έχει νόημα,
επειδή στηρίζεται σ΄ένα λογικό σφάλμα:
την αντικατάσταση του «διαφορετικός» από το κατώτερος» ή το «ανώτερος».
Albert Jacquard, Εγώ και οι άλλοι-Μια γενετική προσέγγιση, 2002, Αθήνα, Κάτοπτρο.
Φτάνει η ηλικία όπου αναλογιζόμαστε: το Ον αυτό που έγινα, ποιος είναι; Τι αξίζει; Ρωτάμε το βλέμμα των άλλων και φοβόμαστε, διότι συχνά αυτή η ματιά μας διαπερνά χωρίς να μας βλέπει (είμαι τόσο ανύπαρκτος;) ή είναι γεμάτη ειρωνεία, αν όχι περιφρόνηση (είμαι τόσο γελοίος;) Ρωτάμε τους καθρέπτες και απογοητευόμαστε, διότι η απάντησή τους σπάνια προκαλεί ενθουσιασμό. Ρωτάμε το σχολείο και η απάντηση δεν μας ικανοποιεί, διότι το σχολείο μας φαίνεται σαν μια μεγάλη μηχανή που δεν ενδιαφέρεται για την προσωπικότητα του καθενός αλλά επιδιώκει να μας τυποποιήσει σύμφωνα με τις κυρίαρχες νόρμες. Είμαι όμορφος; Είμαι έξυπνος; Σ αυτές τις δυο αιχμηρές ερωτήσεις, η απάντηση είναι «όχι όπως οι άλλοι». Λιγότερο όμως ή περισσότερο; Αν πούμε» «λιγότερο», θλιβόμαστε, υποτασσόμαστε και δεχόμαστε ως πεπρωμένο μας μια μέτρια μοίρα. Αντίθετα , αν πείσουμε τον εαυτό μας για το «περισσότερο», αυτοδοξαζόμαστε, προσπαθούμε να κυριαρχήσουμε και τελικά καταστρέφουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας, αφήνοντας να μπουν μέσα μας δυο δηλητήρια: το πάθος της εξουσίας και η περιφρόνηση των άλλων.
Μήπως δεν υπάρχει ορθή απάντηση;
Πράγματι, ορθή απάντηση δεν υπάρχει, γιατί η ερώτηση δεν έχει νόημα,
επειδή στηρίζεται σ΄ένα λογικό σφάλμα:
την αντικατάσταση του «διαφορετικός» από το κατώτερος» ή το «ανώτερος».
Albert Jacquard, Εγώ και οι άλλοι-Μια γενετική προσέγγιση, 2002, Αθήνα, Κάτοπτρο.
2 σχόλια:
Πολύ ενδιαφέρουσα και πυκνογραμμένη η εισαγωγή αυτή, τόσο που να αναρωτιέμαι τι διαπραγματεύεται -ο καλός συνάδελφος- στο υπόλοιπο βιβλίο. Υποθέτω ότι παραθέτει επιχειρήματα από διάφορες εκφάνσεις της ανθρώπινης κοινωνικότητας και (αν κρίνω από τον τίτλο) αποδεικνύει με επιστημονικό τρόπο ότι μοιάζουμε μεταξύ μας κατά βάση (dna, με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις ως προς αυτό) αλλά είμαστε εντελώς διαφορετικοί λόγω κοινωνικών παραγόντων (οικογένεια, σχολείο, φιλίες, πόλη, έθνος κτλ.).
Δεν μπορεί εύκολα να διαφωνήσει κανείς μαζί του (στην εισαγωγή που παραθέτεις τουλάχιστον). Ο ανταγωνιστικός τρόπος που κοινωνικοποιηθήκαμε (και κοινωνικοποιούμε τα παιδιά μας) απαιτεί ως απαραβίαστες συνθήκες τις συγκρίσεις: καλύτερος-χειρότερος, ομορφότερος-ασχημότερος, ανώτερος-κατώτερος κτλ. Ακόμα και ο θετικός βαθμός των επιθέτων τείνει να ταυτιστεί με τον συγκριτικό : καλός μαθητής είναι αυτός που είναι καλύτερος σε σχέση με άλλους, άσχημος είναι αυτός που δεν συμβαδίζει πλήρως με τα πρότυπα ομορφιάς δηλαδή είναι ασχημότερος σε σχέση με όσους τα πληρούν κοκ.
Βέβαια, ας μην είμαι ισοπεδωτικός (αν και η ισοπέδωση θα ήταν μια καλή αρχή προκειμένου πάνω στο ίσωμα να σχεδιάσουμε και να οικοδομήσουμε τον κόσμο των ονείρων μας). Υπάρχουν θύλακες αντίστασης, αρματολοί και κλέφτες και μπουρλοτιέρηδες της επιβολής:
Ο Έρωτας ας πούμε. Ο ερωτευμένος προσπερνάει τον θετικό και τον συγκριτικό βαθμό. Το αντικείμενο του πόθου του (κρυφό ή φανερό) είναι όμορφο, έξυπνο, καλό στον υπερθετικό βαθμό. Για τον ίδιο βέβαια και υποκειμενικά, οι υπόλοιποι υπομειδιούμε στην καλύτερη περίπτωση.
Η αυτογνωσία επίσης. Σε όποιο βαθμό μπορεί να την προσεγγίσει κανείς. Κι όσο κοντύτερά της φτάνει κάποιος τόσο ελαχιστοποιεί τον συγκριτικό βαθμό (ανάμεσα στον εαυτό του και τους άλλους) και παύει να εξαρτά την καλή του διάθεση από την κακή διάθεση των άλλων (για να το θέσω κομψά).
Σίγουρα η καλλιέργεια είναι ένας τρίτος μπουρλοτιέρης. Όχι η πιστοποιούμενη με πτυχία και χαρτιά αλλά η ουσιαστική, αυτή που ανοίγει το πνεύμα κι επιτρέπει σε αεράκια διαφορετικών τρόπων και πολιτισμών να πνεύσουν ελεύθερα στις περιελίξεις του εγκεφάλου.
Αυτά σαν πρώτες αυθόρμητες σκέψεις.
Καλή Κυριακή Έλενα,
Κώστας.
Με συγχωρεις που εχω χαθει... Χρωσταω σχολιασμο... I will be back soon...
Δημοσίευση σχολίου